Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κκασσελλαρίσκω »

Ρήμα

Σημασία:

ακυρώνω.

Ετυμολογία:

αγγλ. cancel (=ακυρώνω)

Συνώνυμα:

Κκασσελλάρω