Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κατιλλίκκιν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

το αξίωμα του δικαστή (καδή), επί Τουρκοκρατίας που το κατείχαν Μουσουλμάνοι και δίκαζαν με βάση τον ισλαμικό νόμο.