Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κοντοπαττάλονον (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

κοντοπαντέλονο.

Συνώνυμα:

Κοντοτσ̌ατταλούιν (το)