Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κοντοστέκουμαι »

Ρήμα

Σημασία:

1. κοντοστέκομαι, σταματώ απότομα από δισταγμό και αμφιβολία ή γιατί περιμένω κάτι. 2. μτφ. είμαι διστακτικός.