Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Κοττώ »

Ρήμα

Σημασία:

1. συνθλίβω. 2. κτυπώ. 3. δίνω. 4. τρέχω πολύ γρήγορα. 5. δίνω σε άλλον κάτι ελαττωματικό. 6. συνθλίβω τις ψείρες με τα νύχια. 7. ωθώ την κούνια με τα πόδια.