Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Μελισκιώνας (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

ο χώρος διαμονής και εκτροφής μελισσών.

Συνώνυμα:

Μελισ̌σ̌ιώνας (ο)