Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Νεκουτρεύκω »

Ρήμα

Σημασία:

βλ. ανακουτρεύκω (ερευνώ διεξοδικά, κάνω τα πάντα άνω-κάτω).

Συνώνυμα:

Νηκουτρεύκω