Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Νοδκιά (η) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

η ομίχλη, το χαμηλό νέφος που δημιουργείται από συμπυκνωμένους υδρατμούς.

Συνώνυμα:

Νοθκιά (η)