Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ξηπούλλιασμαν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

1. η εκκόλαψη, έξοδος του εμβρύου (πτηνού, ερπετού κτλ.) από το αβγό με το σπάσιμο του περιβλήματος. 2. μτφ. πλήρης διαμόρφωση και εμφάνιση, υπό την επίδραση ορισμένων συνθηκών.