Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Νώθω »

Ρήμα

Σημασία:

1. νιώθω. 2. προαισθάνομαι. 3. συμμερίζομαι. 4. κατανοώ.

Συνώνυμα:

Νώχω