Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ξηκανναουρίζω »

Ρήμα

Σημασία:

1. καθαρίζω το κανναούριν από το φυτό, παίρνω τα σπέρματα της κάνναβης. 2. μτφ. α) τριγυρίζω όλη μέρα άσκοπα εδώ κι εκεί. β) κάνω πράγματα χωρίς αξία.