Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Νηελώ »

Ρήμα

Σημασία:

βλ. αναγελώ (1. περιπαίζω, εμπαίζω. 2. εξαπατώ).

Συνώνυμα:

Αναελώ, Ανηελώ, Νεγελώ, Νεελώ