Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ξηφούσκωτος, -η, -ον »

Επίθετο

Σημασία:

ο ξεφούσκωτος.

Συνώνυμα:

Ποφούσκωτος, -η, -ον