Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Σαλαβατίζω »

Ρήμα

Σημασία:

1. μουρμουρώ. 2. χρησιμοποιώ υβριστικούς χαρακτηρισμούς, χυδαία και προσβλητικά λόγια. 2. βουρδουλιάζω.

Συνώνυμα:

Σαλαβατώ