Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Συχχωροχάρτιν (το) »
Ουσιαστικό
Σημασία:
1. βλ. μνημονοχάρτιν (τα ονόματα που διαβάζονται σε μνημόσυνο για άφεση αμαρτιών). 2. η έγγραφη άφεση αμαρτιών που έδινε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στους πιστούς κατά τον Μεσαίωνα. 3. μτφ. η συγχώρεση.