Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Πανωτόν »

Επίρρημα

Σημασία:

βλ. απανωτά (συνεχώμενα, αλλεπάλληλα, το ένα πάνω στο άλλο).

Συνώνυμα:

Απανωτόν, πανωτά