Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Σελλάδιν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

η νοητή γραμμή που συνδέει τις διαδοχικές βουνοκορφές.

Συνώνυμα:

Σελλάιν (το)