Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ταίριν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

1. καθένα από τα δύο μέρη ζευγαριού. 2. το αγαπημένο (ερωτικά) πρόσωπο, ο ερωτικός σύντροφος. 3. ο/η σύζυγος. 4. ο πλακούντας, όργανο μέσα στη μήτρα των περισσότερων θηλαστικών.