Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Σιχτίρ »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. ασσικτίρ [στον αγύριστο (βρισιά)].

Συνώνυμα:

Ασσιχτίρ, Σικτίρ