Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Σπιούνος, -α »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. σπίουνος (1. ο ρουφιάνος. 2. ο καταδότης. 3. ο κατάσκοπος, ο πληροφοριοδότης).