Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Τουσ̌ουντίζουμαι »

Ρήμα

Σημασία:

βλ. ντουσ̌ουντίζουμαι (σκέφτομαι, στοχάζομαι).

Συνώνυμα:

Τουσ̌ουνίζουμαι, Τουσ̌ουντζ̌ίζουμαι