Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Τράκκα τρούκκου »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. τράγκα τρούγκου (ήχος από μέταλλα).

Ετυμολογία:

ηχοποίητη

Συνώνυμα:

Τρίκκι τράκκα