Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Σταμπαρίσκω »

Ρήμα

Σημασία:

1. μαρκάρω. 2. σφραγίζω. 3. μτφ. α) υποδεικνύω. β) μαυροπινακίζω.

Συνώνυμα:

Σταμπάρω