Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ψαλτήριν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

1. βιβλίο με Ψαλμούς. 2. το ψαλτήρι της εκκλησίας (βάθρο για τα βιβλία των ακολουθιών)