Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Χαλλουμόκουζος (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

πήλινο δοχείο για φύλαγμα των «χαλλουμιών» (κυπριακό τυρί).

Συνώνυμα:

Χαλλουμοκούμνιν (το)