Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Αλλαξοχτενίστηκεν »

Ρήμα

Σημασία:

ντύθηκε καλά και κτενίστηκε.

Ετυμολογία:

άλλαξε+κτενίστηκε

Ειδικές φράσεις:

«...ούλες οι νέες του χωρκού αλλασοχτενιζούνταν, εβκάλλαν που την τσιμινιάν, χολλάν τζ̌αι χολιαζούνταν...» (Ττάκκας Δημήτρης «Νερόν τρεχάτον», βιβλιοθ. Κυπρίων Λαϊκών Ποιητών, Επιμέλεια Δρα Κ. Γιαγκουλλή, σελ. 29, 1998)