Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Δεντροφυτεύκω »

Ρήμα

Σημασία:

φυτεύω δέντρα.

Ειδικές φράσεις:

«...είντα χαπάρκα τα βουνά τζ̌ι ούλην την φτανογήν μας, αν τα δεντροφυτεύκασιν που τζ̌είνους που ΄ρταν πριν μας...» (Λιασίδη Παύλου, «Άπαντα», 2, σελ.33, 1998)