Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ζιζιρόπατσος (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

δυνατό χαστούκι που όταν δοθεί κάνει χαρακτηριστικό θόρυβο στα αυτιά.

Ετυμολογία:

ζίζιρος= ο τζίτζικας+πάτσος= χαστούκι