Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ψυχοπλασμένη (η) »

Επίθετο

Σημασία:

πλασμένη από την ψυχή.

Ετυμολογία:

ψυχή+πλασμένος (<πλάθω)