Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Ψιλοπαρπερεύκουμαι »

Ρήμα

Σημασία:

κουρεύομαι με επιμέλεια.

Ετυμολογία:

ψιλό= με προσοχή, με επιμέλεια+παρπέρης = κουρέας

Ειδικές φράσεις:

«...πάαιννε στο παρπερκόν τζ̌αι ψιλοπαρπερεύτου τζ̌αι ξούρισ΄τζ̌αι τα γένια σου, ξούρισ΄τζ̌αι τα μουστάτζ̌ια...» (Φαρμακίδη Ξενοφώντος, «Άπαντα», σελ.73, 2008, Εκδ.Επιφανίου)