Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Αναπετώ »
Ρήμα
Σημασία:
ανεμίζω
Ετυμολογία:
ανά+πετώ
Ειδικές φράσεις:
«...για όσους κατακόβκουνται τζ̌ι αναπετούν παντιέραν
...του κούκκουφου να ζήσουσιν, έθελα μιαν μέραν...»
(Αψερού Γ. Ανδρέα, «Τα λαμπικκαρισμένα μου», σελ.77, 2002)