Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Χορτογρόνος (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

η περίοδος των χόρτων.

Ειδικές φράσεις:

«Ο Οκτώβρης εν χορτογρόνος, ο Νιόβρης κριθθαράς τ΄ο Δετζ̌έβρης σιταράς» (Ο Οκτώβρης είναι μήνας των χόρτων, ο Νιόβρης του κριθαριού και ο Δεκέμβριος του σιταριού) (Κουρτελλάρη Κύπρου, «Παράθυρο στη λαογραφία-Ψήγματα κυπριακού παροιμιακού λόγου», σελ 189, 2004)