Moυσείο Ηλεκτρονικών Υπολογιστών Κύπρου

Η ιστορία των Κομπιούτερς στην Κύπρο

Image

Η ιδέα για την ίδρυση μουσείου ηλεκτρονικών υπολογιστών άρχισε να υλοποιείται στη Λευκωσία  το 2013 από την Retro Computing & Gaming Ltd (RCG). Πρόκειται για ένα μη-κερδοσκοπικό οργανισμό, ο οποίος δημιουργήθηκε  με σκοπό την ίδρυση και λειτουργία του πρώτου Μουσείου στην Κύπρο για την Ιστορία των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και την προώθηση της τεχνολογίας.

Είναι υπεύθυνη για την διαχείριση της μεγαλύτερης συλλογής ηλεκτρονικών υπολογιστών, κονσόλων βιντεοπαιχνιδιών, περιφερειακών και λογισμικού των δεκαετιών 1970, 1980 και 1990 στην Κύπρο και την δημιουργία και διεξαγωγή παράλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων που φιλοξενούν μαθητές και εκπαιδευτικούς δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης μέσω δομημένων εργαστηρίων.

Τα επίσημα εγκαίνια του Μουσείου Ηλεκτρονικών Υπολογιστών Κύπρου έγιναν στις 9 Μαΐου 2014 σε προσωρινό χώρο, στο Δημοτικό Σχολείο Αγίου Δομετίου. Από τις 21 Οκτωβρίου 2018  το Μουσείο στεγάζεται σε δικό του μόνιμο χώρο στη Λευκωσία (Κυριάκου Μάτση 60, 1ος Όροφος, 2409, Έγκωμη. Μέχρι σήμερα πέραν των 180 τμημάτων και πέραν των 4000 μαθητών δημοτικών σχολείων από όλη την Κύπρο παρακολούθησαν τα εκπαιδευτικά προγράμματα της, στα οποία περιλαμβάνεται ειδικό Πρόγραμμα Μουσειακής Αγωγής για την Ιστορία των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και εργαστήριο κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να περιηγηθούν στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους του Μουσείου, να δουν τα εκθέματα και να ξεναγηθούν μέσω της Ιστορικής Γραμμής, η οποία αποτελεί αποκλειστική πνευματική ιδιοκτησία της εταιρείας στην ιστορία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, από την αρχαιότητα (2200 π.χ.) μέχρι το 1999

 

Το μαθητικό Μουσείο

Το  Μουσείο περιλαμβάνει υπολογιστές από τη δεκαετία του 1970 έως σήμερα, λογισμικά, βιβλία, περιοδικά, περιφερειακά και ενημερωτικό υλικό (πανό με ιστορικές γραμμές εξέλιξης των υπολογιστών, καρτέλες περιγραφής υπολογιστών, σχετικό βίντεο).

 

Ο όρος προσωπικός υπολογιστής (personal computer) εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε άρθρο των New York Times στις 3 Νοεμβρίου 1962 σε ένα άρθρο του John W. Mauchly ο οποίος αναφερόμενος σε συνάντηση του Ινστιτούτου Μηχανολόγων Μηχανικών κατέγραψε την άποψη ότι " δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρεί κάποιος ότι το μέσο αγόρι ή κορίτσι δεν θα διαθέτει τον προσωπικό του ηλεκτρονικό υπολογιστή".

 

(Βλέπε και Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής)  

 

Οι μαθητές μέσα από την εμπλοκή τους στο έργο γνώρισαν την ιστορία και εξέλιξη των υπολογιστών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και σημαντικά στοιχεία από την επιστήμη της πληροφορικής. Ταυτόχρονα, απέκτησαν γνώσεις και δεξιότητες επί του μαθήματος της πληροφορικής, αφού είχαν την ευκαιρία να εργαστούν με ποικίλα εργαλεία (PowerPoint, Word, Excel, Movie Maker, Moodle, Διαδίκτυο, Dipity, OpenOffice Draw). Η δημιουργία του Μουσείου ήταν αποτέλεσμα μίας μακράς πορείας εργασίας. Η ιδέα δημιουργίας του Μουσείου αναπτύχθηκε τον Ιούνιο του 2013 από τους μαθητές της Στ’ τάξης στα πλαίσια της ενότητας «Μουσεία» (Γλώσσα). Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς 2013 - 2014 ξεκίνησε η συγκέντρωση των υπολογιστών στο σχολείο και η συμπλήρωση σχετικού εντύπου, στο οποίο οι μαθητές σημείωναν το μοντέλο, την εταιρεία κατασκευής του κτλ. Με την έναρξη του ολοήμερου σχολείου στα πλαίσια του μαθήματος της πληροφορικής, οι μαθητές της Ε’ και Στ’ τάξης διδάχθηκαν τα βασικά μέρη του υπολογιστή και τα κύρια χαρακτηριστικά του. Στη συνέχεια, οι μαθητές της Δ’ τάξης μελέτησαν το διαδικτυακό περιοδικό PIXEL και συγκέντρωσαν τα μοντέλα υπολογιστών από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα. Ακολούθως, τα μοντέλα αυτά διαμοιράστηκαν στους μαθητές της Ε’ και Στ’ τάξης στο ολοήμερο, οι οποίοι αξιοποίησαν τη διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια, για να συγκεντρώσουν σε αρχείο της Word συγκεκριμένες πληροφορίες για το κάθε μοντέλο (π.χ. τύπος υπολογιστή, ημερομηνία κυκλοφορίας). Οι πληροφορίες αυτές αξιοποιήθηκαν μετέπειτα στη δημιουργία των καρτέλων περιγραφής των εκθεμάτων.

 

Ταυτόχρονα, μία ομάδα παιδιών ανέλαβε να μελετήσει την ιστορία και εξέλιξη των υπολογιστών από το 2.200 π.Χ. μέσα από διάφορες πηγές, ώστε να δημιουργήσει ιστορικές γραμμές στο Dipity και στο OpenOffice Draw. Το Φεβρουάριο του 2014 οι μαθητές της Α’, Γ’ και Δ’ τάξης επισκέφθηκαν το Μουσείο Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας (Πανεπιστήμιο Frederick), όπου είδαν αντίγραφο του μηχανισμού των Αντικυθήρων. Μετά την επίσκεψη, οι μαθητές μελέτησαν το διαδικτυακό υλικό για το Μηχανισμό των Αντικυθήρων που δημιουργήθηκε στην πλατφόρμα Moodle από τους εκπαιδευτικούς του εν λόγω Δημοτικού και του 2ου Δημοτικού Καλυβίων Αττικής. Τον Απρίλιο οι μαθητές με τη βοήθεια των δασκάλων δημιούργησαν τις καρτέλες περιγραφής των υπολογιστών στο PowerPoint και σύντομο βίντεο στο Movie Maker, σχετικά με τα εκθέματα του Μουσείου. Η όλη διαδικασία ολοκληρώθηκε με την ετοιμασία του λογότυπου, το οποίο προέκυψε μέσα από μελέτη και συζήτηση με τα παιδιά, και της πρόσκλησης για τα επίσημα εγκαίνια του Μουσείου. Στις 9 Μαΐου 2014 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του Μουσείου. Τα εγκαίνια παρακολούθησαν οι πρώτοι επισκέπτες του Μουσείου, οι μαθητές της Στ’ τάξης του ΙΔ Δημοτικού Λεμεσού με το δάσκαλό τους.

 

Η ιστορία των ηλεκτρονικών υπολογιστών

Η ιστορία των υπολογιστικών μηχανών ξεκινάει από πολύ παλιά όταν γύρω στα 500 π.χ. παρουσιάζεται ο άβακας (το γνωστό αριθμητήριο με τις χάντρες). Οι πρώτοι όμως μηχανισμοί, που τηρουμένων των αναλογιών, μπορούν να θεωρηθούν ότι μοιάζουν με τους σύγχρονους αναλογικούς υπολογιστές, είναι οι αστρολάβοι, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για την παρατήρηση των αστέρων και τον προσδιορισμό του ύψους τους από τον ορίζοντα. Ένας τέτοιος μηχανισμός βρέθηκε το 1900, από Καλύμνιους σφουγγαράδες στο βυθό της θάλασσας των Αντικυθήρων. Ο μηχανισμός αυτός που είναι γνωστός σαν "Μηχανισμός των Αντικυθήρων" (87 π.χ.), είναι μια αστρονομική συσκευή, που λειτουργούσε σαν ένας φορητός ημερολογιακός υπολογιστής σταθερού προγράμματος. 

 

Πολύ αργότερα, τον 17ο αιώνα μέχρι τον 19ο αιώνα, ορισμένοι από τους πλέον διακεκριμένους μαθηματικούς της εποχής ασχολήθηκαν με το πρόβλημα του "μηχανικού υπολογισμού". Η πρώτη προσπάθεια στον τομέα αυτό είναι του Γερμανού καθηγητή μαθηματικών και αστρονομίας Wilhelm Schickard. Το "υπολογιστικό ρολόι" του Schickard στηριζόταν σε απλά συστήματα τροχών και είχε την δυνατότητα να εκτελεί και τις τέσσερις πράξεις.

 

Η συνέχεια ήρθε από τον μεγάλο μαθηματικό Blaise Pascal  ο οποίος κατασκεύασε μια αριθμομηχανή, την πασκαλίνα, η οποία στηριζόταν στις ίδιες αρχές με αυτή του Schickard. Συστήματα γραναζιών εκτελούσαν τις προσθέσεις και τις αφαιρέσεις.

 

Τη συνέχεια της προσπάθειας αυτής ανέλαβε ο Άγγλος Leibnitz. Η μηχανή που κατασκεύασε στηριζόταν σε κυλίνδρους, με άνισα δόντια και αποτέλεσε πρότυπο για τις επόμενες εξελιγμένες αριθμομηχανές. Στη συνέχεια ο  Άγγλος μαθηματικός και μηχανικός Charles Babbage έφτιαξε το 1812 την πρώτη του διαφορική μηχανή. Ο  Babbage στη συνέχεια κατασκεύασε μια άλλη μηχανή ικανή να εκτελεί  οποιαδήποτε λειτουργία της ζητηθεί. Ονομάστηκε Αναλυτική μηχανή και οι λειτουργίες που θα εκτελούσε, καθώς και τα διάφορα μέρη της μηχανής, περιγράφηκαν αναλυτικά. Συγκεκριμένα η μηχανή προέβλεπε: Μια μνήμη για την αποθήκευση των δεδομένων, Ένα "μύλο" ικανό να εκτελεί τις αριθμητικές πράξεις, Μια μονάδα ελέγχου, η οποία θα καθοδηγεί το μύλο, Μονάδες εισόδου-εξόδου.

 

Το μεγάλο βήμα στη δημιουργία των σύγχρονων υπολογιστών έκανε ο Τούριγκ. Την δεκαετία του '30 ο  ΄Αλαν Τούριγκ  ή αλλιώς ''πατέρας της επιστήμης των υπολογιστών και της τεχνητής νοημοσύνης'' επινόησε μια μηχανή όπου μπορούσε να λύσει κάθε υπολογίσιμο πρόβλημα. Η συμβολή του Τούριγκ ήταν ότι προσέδωσε στην ως τότε άτυπη έννοια του αλγορίθμου μία επίσημη, αυστηρή μαθηματική διατύπωση μέσω της λεγόμενης Μηχανής Τούρινγκ. (Βλέπε Βίντεο)

 

 

Η πρώτη γενιά ηλεκτρονικών υπολογιστών (1946 - 1958)

Οι ανάγκες του πολέμου (στα μέσα του 20ου αιώνα ) για πολύπλοκους υπολογισμούς σε προβλήματα βαλλιστικής, μεταφοράς, διοίκησης και άλλα, κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη κατασκευής μιας ικανής υπολογιστικής μηχανής. Ο πρώτος υπολογιστής, ο Z3 του Γερμανού καθηγητή Kornad Zuse, κατασκευάστηκε το 1941 και λειτουργούσε κάτω από την επίβλεψη ενός εξωτερικού προγράμματος σε διάτρητη χαρτοταινία. Διέθετε μια μνήμη των 64 λέξεων με την χρήση 2.600 ροδελών και οι πράξεις γινόταν στο δυαδικό σύστημα με κινητή υποδιαστολή.

 

Την ίδια χρονιά, στο πανεπιστήμιο Harvard, γεννιόταν ο Mark I, ο οποίος ήταν προϊόν συνεργασίας του φυσικού Howard Aiken και της IBM. Ο υπολογιστής αυτός ήταν μια τερατώδης μηχανή, που έκανε φοβερό θόρυβο και χαλούσε πολύ συχνά. 

 

Το επόμενο βήμα ήταν ο ENIAC (Electronic Numerical Intergrator And Calculator). Η μηχανή αποτελούνταν από 19.000 τρίοδους λυχνίες, κατανάλωνε ενέργεια της τάξης των 200KW, καταλάμβανε ένα χώρο 270 τ.μ. και ζύγιζε 30 τόνους. Ήταν 2.000 φορές πιο γρήγορος από τον MarkI επιτυγχάνοντας 300 πολλαπλασιασμούς ανά δευτερόλεπτο.

 

Στη συνέχεια ο John Von Neuman, έθεσε τις βάσεις ενός νέου ηλεκτρονικού υπολογιστή, του EDVAC, που ήταν οι εξής: Θα χρησιμοποιηθεί μόνο η δυαδική αριθμητική και Στην μνήμη θα αποθηκεύονται τα δεδομένα αλλά και το πρόγραμμα που θα εκτελεστεί.

 

Μετά τις δημοσιεύσεις του Neuman, πολλές ομάδες ερευνητών ξεκίνησαν έναν αγώνα δρόμου για την την κατασκευή υπολογιστών βασισμένων στις παραπάνω αρχές. Αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών ήταν να κατασκευαστούν μερικά σημαντικά υπολογιστικά συστήματα όπως οι EDVAC, EDSAC, UNIVAC-1, 701 IBM, 102D, D-100, GE-210, GAMMA 3. Ο πιο σημαντικός από τους υπολογιστές αυτούς ήταν ο UNIVAC-1 (UNIVersal Automatic Computer) ο οποίος μπορεί να χαρακτηριστεί σαν υπολογιστής σταθμός. Αυτό γιατί με την παραγωγή του στις αρχές της δεκαετίας του 50, σηματοδοτεί την εισαγωγή των υπολογιστών στην αγορά και κατ' επέκταση την εκκίνηση της ξέφρενης κούρσας που οδήγησε στην μεγάλη σημερινή ανάπτυξη των υπολογιστών.

 

Επίσης, την περίοδο αυτή κατασκευάστηκε το πρώτο τρανζίστορ (1947), που αποτέλεσε τη βάση για τους υπολογιστές της δεύτερης γενιάς.

 

Η δεύτερη γενιά Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (1958 - 1964)

Η δεύτερη γενιά των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών χαρακτηρίζεται από την αντικατάσταση των τριόδων λυχνιών από τα τρανζίστορ. Η εισαγωγή του τρανζίστορ προσφέρει μια σημαντική μείωση του όγκου των μηχανών με ταυτόχρονη ελάττωση της απαιτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας και αύξηση της ταχύτητας των υπολογισμών. Οι πρώτες μηχανές της εποχής αυτής ήταν η σειρά 1401 της IBM και η μηχανή GAMMA 60 της Bull.

 

Ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο της 2ης γενιάς είναι η εμφάνιση των πρώτων γλωσσών υψηλού επιπέδου, για την συγγραφή προγραμμάτων εφαρμογών, εξέλιξη καθοριστικής σημασίας για τη γρήγορη διάδοση των Η/Υ. Επίσης, λόγω της εισαγωγής του τρανζίστορ, οι δυνατότητες των υπολογιστών της γενιάς αυτής έφτασαν σε ταχύτητα τις 200.000 εντολές /δευτερόλεπτο και χωρητικότητα κεντρικής μνήμης 32.000 χαρακτήρες, που όμως αποτελούνταν από μαγνητικούς δακτυλίους.

 

Η τρίτη γενιά Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (1964 - 1971)

Η τρίτη γενιά των ηλεκτρονικών υπολογιστών χαρακτηρίζεται από τη μερική αντικατάσταση του τρανζίστορ και των άλλων ηλεκτρονικών στοιχείων από τα ολοκληρωμένα κυκλώματα. Τα ολοκληρωμένα κυκλώματα συγκεντρώνουν μέσα σε μια μικρή επιφάνεια της τάξεως του 1 cm2 πάρα πολλά ηλεκτρονικά στοιχεία (τρανζίστορς, διόδους κ.λ.π).

 

Η είσοδος των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων έδωσε νέες δυνατότητες στους κατασκευαστές, τέτοιες ώστε να χαρακτηριστεί σαν η επανάσταση στην τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η αρχή έγινε στις 7 Μαρτίου 1964 όταν η IBM παρουσίασε την σειρά 360 ("υπολογιστής όλων των διευθύνσεων"). Η παρουσίαση αυτή είχε δύο άμεσα αποτελέσματα: Το ξεκίνημα μιας κούρσας μεταξύ των ανταγωνιστών για κάτι ανάλογο και Τη συνειδητοποίηση του πραγματικού προβλήματος των υπολογιστών, του λογισμικού.

 

 Ο IBM 360 ήταν ο πρώτος υπολογιστής, ο οποίος διέθετε "λειτουργικό σύστημα", ένα πρόγραμμα επόπτη, που ήταν επιφορτισμένο με το συγχρονισμό των διαφόρων οργάνων και την εκτέλεση των προγραμμάτων των χρηστών. (Βλέπε Βίντεο)

 

 

Την περίοδο της τρίτης γενιάς εμφανίστηκαν και οι μίνι υπολογιστές σαν απάντηση στην ανάγκη για μικρότερους και φθηνότερους υπολογιστές, που ζητούσαν οι μικρότερες επιχειρήσεις. Την εποχή αυτή όμως παρουσιάζεται μεγάλη ανάπτυξη και στο λογισμικό (software). Αναπτύσσονται και βελτιώνονται οι γλώσσες υψηλού επιπέδου (Cobol, Algol, Fortran κλπ) και ενσωματώνονται στα νέα λειτουργικά συστήματα. Επίσης αυτή την εποχή κάνει και την εμφάνιση σε πρακτική εφαρμογή η ιδέα του καταμερισμού του χρόνου (timesharing), που είχε αρχικά αναπτυχθεί στο MIT.

 

Οι μηχανές της τρίτης αυτής γενιάς έφτασαν τα πέντε εκατομμύρια εντολές το δευτερόλεπτο με κύριες μνήμες ημιαγωγών της τάξης των δύο εκατομμυρίων χαρακτήρων, ενώ έγινε αντιληπτή και η ανάγκη σοβαρής αντιμετώπισης της δημιουργίας προγραμμάτων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία των πρώτων οίκων λογισμικού.

 

Η τέταρτη γενιά Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (1971-...)

Η γενιά αυτή χαρακτηρίζεται απο πολλές και σημαντικές εξελίξεις. Κατ' αρχήν από την κατασκευή ολοκληρωμένων κυκλωμάτων LSI (Large Scale Integration) και VLSI (Very Large Scale Integration), κυκλωμάτων δηλαδή που ενσωματώνουν χιλιάδες ηλεκτρονικά στοιχεία σε επιφάνειες της τάξης του 1cm2. Οι τεχνολογίες αυτές έχουν οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου μείωση του όγκου και του κόστους και αύξηση της χωρητικότητας της μνήμης και της ταχύτητας των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της εποχής είναι η εισαγωγή της λεγόμενης παράλληλης επεξεργασίας που στην κυριολεξία "εκτοξεύει" την υπολογιστική ισχύ στα δισεκατομμύρια πράξεις το δευτερόλεπτο. Αν και παλαιότερα η παράλληλη επεξεργασία αποτελούσε μονοπώλιο των υπερυπολογιστών, στις μέρες μας όλα σχεδόν τα μικρά συστήματα κάνουν χρήση παράλληλης επεξεργασία, ανεβάζοντας κατακόρυφα την υπολογιστική τους ισχύ. Στις αρχές της περιόδου αυτής αναπτύσσεται στο κέντρο ερευνών της Xerox η ιδέα των γραφικών περιβαλλόντων χρήστη (GUIs-Graphical User Interface). Σύμφωνα με αυτά, η επικοινωνία ανθρώπου μηχανής γίνεται ιδιαίτερα φιλική, μια και οι εντολές προς τον υπολογιστή δίδονται μέσω χειρισμού εικονιδίων, παραθύρων κλπ. Περιβάλλοντα, που ως γνωστόν, σήμερα χρησιμοποιούνται κατά κόρον. Το πιο βασικό όμως χαρακτηριστικό της τέταρτης γενιάς είναι η τεράστια ανάπτυξη των μικροϋπολογιστών και ιδιαίτερα των προσωπικών υπολογιστών (PCs - Personal Computers).

 

Με την άφιξη της δεκαετίας του 80, εμφανίστηκαν στην αγορά πολλά επιπλέον αξιόλογα μηχανήματα, η επιτυχία των οποίων ανάγκασε την IBM να εισβάλει στον χώρο παραγωγής προσωπικών υπολογιστών. Η είσοδος της IBM καθιέρωσε κάποια πρότυπα στο χώρο, γεγονός που οδήγησε στην τεράστια ανάπτυξη και εξέλιξη των προσωπικών υπολογιστών.

 

Σημείο - σταθμός στον κόσμο της τεχνολογίας ήταν η 24η Απριλίου του 1981, όταν η IBM κυκλοφόρησε τον πρώτο προσωπικό υπολογιστή IBM PC, γνωστός και ως 5150, στην τιμή των 1.565 δολαρίων. Πρόκειται για τον πρώτο προσωπικό υπολογιστή 8/16 -bit. Περιείχε τον επεξεργαστή 8088 της εταιρείας Intel σε ταχύτητα 4,77 MHz, 16 Kb κύριας μνήμης που μπορούσε να επεκταθεί ως τα 256 Kb, ασπρόμαυρη οθόνη και μία ή δύο μονάδες δισκέτας 5,25" των 160 Kb. Ο νέος αυτός υπολογιστής μπήκε στην αγορά των μικροϋπολογιστών με πωλήσεις 136.000 IBM PC μέσα στον πρώτο ενάμιση χρόνο της κυκλοφορίας του.

 

Το 1984 γίνεται η είσοδος στην αγορά του Apple Macintosh, ο οποίος εισήγαγε, στο χαμηλού κόστους χώρο των προσωπικών υπολογιστών, τον πολύ φιλικό τρόπο επικοινωνίας ανθρώπου μηχανής με την χρήση εικονιδίων και παραθύρων διαλόγου.

 

 

Πηγή:

Polignosi

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image