Ο Παναγής Κωνσταντή Βουρητής ήταν ο νικητής του πρώτου Μαραθωνίου που διεξήχθη στην Κύπρο το 1898 στη Λευκωσία, στο πλαίσιο των Β' Παγκύπριων Αγώνων Στίβου.
Βλέπε λήμμα: Παγκύπρια Γυμναστικός Σύλλογος
Ο Παναγής Κωνσταντή γεννήθηκε το 1864 στο Παλαιχώρι και πέθανε το 1953. ‘Ηταν παντρεμένος με την χωριανή του Δέσποινα με την οποία απέκτησαν τέσσερα αγόρια και μια κόρη. Ήταν αμπελουγός καθώς είχε πολλά χωράφια αμπέλια τα οποία καλλιεργούσε ο ίδιος.
Παγκύπριοι Αγώνες
Το 1898 όταν οι Άγγλοι οργάνωσαν τους Β’ Παγκύπριους Αγώνες Στίβου και σε αυτούς ενέταξαν το αγώνισμα του Μαραθώνιου, ο Παναγής Κωνσταντή, 34 χρόνων τότε, αποφάσισε να τρέξει. Λόγω του επαγγέλματος του κατέβαινε συχνά στην πρωτεύουσα και ενημερωνόταν για τα τρέχοντα. Η είδηση των αγώνων του προκάλεσε το ενδιαφέρον και θέλησε να πάρει μέρος, αν και προηγουμένως δεν είχε τρέξει ποτέ.
Οι Παγκύπριοι Αγώνες Λευκωσίας διεξάχθηκαν από τις 9 μέχρι τις 12 Απριλίου 1898. Για το αγώνισμα προηγήθηκαν δύο προκριματικοί αγώνες. Στον β’ προκριματικό που έγινε στις 5 Απριλίου (διαδρομή Λευκωσία- Κυθρέα- Λευκωσία) πρώτευσε ο Χριστόφορος Χατζηιωάννου Καραολής από το Ακάκι μαθητής του Παγκυπρίου Γυμνασίου. Στο τελικό που έγινε στις 6 Απριλίου με διαδρομή Λάρνακα- Λευκωσία, ο 18χρόνος μαθητής κατετάγη 3ος με πρώτο τον Παναγή Κωνσταντή από το Παλαιχώρι και δεύτερο το Δημήτρη Κωνσταντινίδη από το Στρόβολο.
Η εφημερίδα Αλήθεια ημερομηνίας 16 Απριλίου 1898, σε εκτενές κείμενό της με τίτλο "Οι Παγκύπριοι Αγώνες" αναφέρει όλους τους νικητές των αγωνισμάτων. Σύμφωνα με το δημοσίευσμα, ο Μαραθώνιος ξεκίνησε από την Λάρνακα και κατέληξε στη Λευκωσία, σύνολο 32 χιλιόμετρα, απόσταση την οποία ο Παναγής Κωνσταντή έκανε σε 2 ώρες και 52'. Αναφέρει συγκεκριμένα: "Παναγής Κωνσταντή, Παλαιοχώρι, 1ος διανύσας τον δρόμον εξ είκοσι αγγλικών μιλίων πλέον των 32 χιλιομέτρων εις 2 ώρες και 52’. Δ. Κωνσταντινίδης, Στρόβολος 2ος, Χ. Χατζηιωάννου, Ακάκιον 3ος.Όπως σημειώνει το ίδιο δημοσίευμα, η απονομή των επάθλων έγινε «προχθές» (14 Απριλίου) στο στάδιο που βρισκόταν κοντά στην εκκλησία του Αγίου Σάββα, τον οποίο ονόμασαν γυμναστήριον του «Κυπριακού Συλλόγου», στην παρουσία του δημάρχου Λευκωσίας Αχιλλέα Λιασίδη. Τα βραβεία προσέφερε ο Αρχιεπίσκοπος Σωφρόνιος Γ'. Γράφει: «Τους στεφάνους προσέφεραν ιδιοχείρως ή Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος. Εις τον νικητήν του Μαραθωνίου προσεφέρθη υπό του Γυμνασίαρχου εκ μέρους του κ. Λιασίδη αργυρά πρόχους μετά της επιγραφής: Ασκών Μαραθώνιον Παγκύπρια ενίκα, εν Λευκωσία, 1898».
Παναγής Κωνσταντή Βουρητής
Ο Παναγής Κωνσταντή, μετά το επίτευγμα του αυτό οι χωριανοί του κόλλησαν το επίθετο Βουρητής. Έτσι έγινε γνωστός ως ο Παναής Κωστή ο Βουρητής. Το έπαθλο του το χάρισε στον ναό της Παναγίας του Παλαιχωρίου και σήμερα εκτίθεται στο Πολιτιστικό Κέντρο του χωριού.
Μετά την πρωτιά του στον Μαραθώνιο, ο δήμαρχος Λευκωσίας τον κάλεσε στο γραφείο του, τον επαίνεσε και του είπε να ζητήσει τρεις χάρες, ως αμοιβή για τη νίκη του. Αφού συμβουλεύτηκε τους χωριανούς του, είπε στον δήμαρχο ότι επιθυμεί να κατασκευαστεί ο δρόμος από την Κλήρου στο Παλαιχώρι, ο οποίος μέχρι τότε ήταν «αμαξόστρατα», όπως αφηγείται στην polignosi ο εγγονός του μαραθονοδρόμου, Παναής Κωστή Βουρητής. Το δεύτερο που ζήτησε ήταν έναν παρπέρη που να τον ξυρίζει όταν κατέβαινε στη Λευκωσία και το τρίτο να τον προμηθεύει με ψωμί.
«Ο Παναής Κωστή Βουρητής ήταν ψηλός, λεπτός αλλά γεροδεμένος, πολύ σιεηττάνης, δεν ανεχόταν μύγα στο σπαθί του, είχε τόλμη και γοητεία,» λέει σήμερα ο εγγονός του, ο οποίος αφηγείται την ιστορία του παππού του όπως του την είπε ο ίδιος όταν ήταν μικρός.
Βλέπε λήμμα: Αγγλοκρατία- Οικονομία
Ο Χαλίλ
Την περίοδο της Αγγλοκρατίας οι φοροεισπράκτοες γύριζαν την Κύπρο για να εισπράξουν τους βαριούς φόρους. Στο Παλαιχώρι και στα γύρω χωριά, Απλίκι, Κλήρου κ.λ.π. ο φοροεισπράκτορας ήταν ο Τούρκος Χαλίλης, ο οποίος πήγαινε στο χωριό καβάλα στο άλογό του, όπου και διανυκτέρευσε σε ένα πανδοχείο, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο. Στο ισόγειο ήταν ο σταύλος που έβαζε το άλογό του και στον πρώτο όροφο ήταν ο ξενώνας όπου κοιμόταν τα βράδυα. Οι χωριανοί έπρεπε να φροντίσουν για τη διαμονή του Χαλίλη και του αλόγου του και να εκπληρώσουν τις επιθυμίες του, κάτι που δεν τους άρεσε καθόλου και έβλεπαν με κακό μάτι τον Χαλίλη που αφαίμασε την περιουσία τους. Ήθελαν να τον βγάλουν από τη μέση. Μια ομάδα χωριανών κατέστρωσε το σχέδιο και έβαλαν τον Παναή Κωστή Βουρητή να το εκτελέσει. Όταν νύχτωσε και ο Χαλίλης πήγε να κοιμηθεί κουρασμένος από την περιοδεία του στα γύρω χωριά, ο Παναγής πήγε κρυφά στο δωμάτιο του και άρχισε να τον κτυπά και στη συνέχεια να τον σέρνει στον σταύλο. Το άλογο αφήνιασε και άρχισε να ποδοπατά τον Χαλίλη. Ο Βουρητής κατατρομαγμένος, έκλεισε την πόρτα και άρχισε να τρέχει. Σε ενάμιση ώρα έφτασε στη Λευκωσία και κατέληξε στο καφενείο του Πίτσιλλου που βρισκόταν στο παλιό δημαρχείο, ένα μέρος όπου συνήθιζε να πηγαίνει συχνά όταν κατέβαινε στην πρωτεύουσα. Οι θαμώνες διερωτήθηκαν τι γύρευε εκεί μες τη νύχτα και αυτός τους κέρασε όλους και τους είπε ότι είχε κατέβει για δουλειά και να πάει στη συνέχεια στις «κορούες».
Την επομένη γύρισε στο χωριό και βρήκε την αστυνομία να κάνει έρευνες για τον φόνο του Χαλίλη. Μετά από μαρτυρίες κάποιων κατοίκων η αστυνομία συνέλαβε τον Βουρητή και τον έβαλε υπό κράτηση στη Λευκωσία. Όταν εμφανίστηκε μπροστά στο δικαστή, ο Βουρητής είχε άλλοθι. Τους είπε ότι όταν έγινε ο φόνος αυτός βρισκόταν στη Λευκωσία, γεγονός που μαρτύρησαν οι θαμώνες του καφενείου. Έτσι, ο Βουρητής αθωώθηκε, όμως οι χωριανοί του κόλλησαν ακόμα ένα επίθετο: Έγινε πλέον γνωστός ως Παναγής Κωνσταντή Βουρητής Χαλίλης.
Μετά από το περιστατικό του φόνου, ο Βουρητής αποφάσισε να εγκαταλείψει το χωριό του και να πάει σε μια περιοχή μερικά χιλιόμετρα από το Παλαιχώρι που ήταν γνωστή ως Λαμπίρης. Η περιοχή την περίοδο της Φραγκοκρατίας ανήκε στον ευγενή Λα Πιέρ και μετά την φυγή των Φράγκων οι Κύπριοι την ονόμασαν Λαμπίρη κατά παραφθορά του Λα Πιέρ. Η μια εκδοχή λέει ότι ο Βουρητής πήρε την απόφαση αυτή καθώς ίδιος ένιωσε να πιέζεται από το κοινωνικό περιβάλλον του χωριού μετά το φόνο. Μια άλλη εκδοχή λέει ότι τον ανάγκασαν οι Άγγλοι να εγκαταλείψει το χωριό του καθώς μετά την αθώωση του όταν οι Άγγλοι έμαθαν ότι ο ύποπτος για το φόνο του Χαλίλη ήταν ο μαραθωνοδρόμος Παναγής Κωστή, του είπαν ότι υπό άλλες περιστάσεις «δεν θα γλύτωνε την κρεμάλα».
Προφήτης Ηλίας
Ο Κωστής Παναή Βουρητής Χαλίλης αυτοεξορίστηκε ουσιαστικά στην δύσβατη τότε περιοχή όπου άρχισε να κτίζει το σπίτι της οικογένειας στην άκρη ενός λόφου. Καθώς έσκαφτε, ανάμεσα σε παλιά χαλάσματα, βρήκε μια εικόνα του προφήτη Ηλία, την οποία συντήρησε πρόχειρα. Αμέσως του ήρθε η ιδέα ότι έπρεπε να βάλει μπρος για να κτίσει και εκκλησία. Η εκκλησία κτίστηκε σιγά σιγά με πέτρες που έβρισκε ο ίδιος και άλλοι χωριανοί του στα βουνά της περιοχής. Σιγά σιγά δημιουργήθηκε στην περιοχή εκείνη μια ολόκληρη συνοικία που ονομάστηκε Προφήτης Ηλίας. Η εκκλησία καταστράφηκε το 1972 από πυρκαγιά, την οποία οι κάτοικοι ξαναέκτισαν.
Ο Παναγής Κωστή Βουρητής Χαλίλης έμεινε όλη του τη ζωή στον Προφήτη Ηλία όπου πέθανε το 1953. Ο εγγονός του Παναγής Κωστή τον έζησε πολύ κοντά μέχρι τα τελευταία του χρόνια. «Ήμουν ο αγαπημένος του εγγονός γιατί του έκανα τα θελήματά του. Καθόμουν μαζί του και μου διηγόταν τις ιστορίες του. Στα βαθιά του γεράματα όταν δεν μπορούσε να κατέβει στο Παλαιχώρι για να ψωνίσει τα απαραίτητα, πήγαινα εγώ καβάλα στο γαϊδούρι του παππού».
Πηγές