Λαλά Μουσταφά πασάς

Image

Γνωστός και με την ονομασία Καρά Μουσταφά πασάς (καρά=μαύρος) εξαιτίας της αραβοσυριακής καταγωγής του. Ανώτατος αξιωματούχος του σουλτάνου Σελίμ Β'*, από τον οποίο διορίστηκε αρχιστράτηγος της εκστρατείας για κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους, το 1570-71. Ο Λαλά Μουσταφά, όπως κι ο Πιαλή πασάς στον οποίο είχε ανατεθεί η αρχηγία του στόλου στην ίδια κατά της Κύπρου εκστρατεία, ήσαν μεταξύ των πρωτευόντων πασάδων της σουλτανικής αυλής τότε, κι οι δυο εχθροί του μεγάλου βεζύρη Μεχμέτ Σόκολλι (ή Σοκόλοβιτς) ο οποίος και δεν ευνοούσε επίθεση κατά της Κύπρου.

 

Τόσο ο Πιαλή πασάς όσο κι ο Λαλά Μουσταφά πασάς είχαν πάρει μέρος και στην ολέθρια για τους Τούρκους εκστρατεία κατά της Μάλτας το 1565, ο πρώτος ως ναύαρχος κι ο δεύτερος ως αρχιστράτηγος των κατά ξηράν δυνάμεων, είχαν δε περιπέσει για λίγο υπό δυσμένεια, αλλά και πάλι είχαν κατορθώσει να αναλάβουν ύψιστα αξιώματα. Ο σουλτάνος Σελίμ Β' είχε μάλιστα προαγάγει τον Λαλά Μουσταφά πασά από το αξίωμα του μπεηλέρμπεη της Δαμασκού στο αξίωμα του αρχηγού των δυνάμεων ξηράς του σουλτάνου.

 

Όταν ο σουλτάνος Σελίμ Β' αποφάσισε οριστικά την επίθεση κατά της Κύπρου και την κατάληψή της (το νησί κατεχόταν τότε από τους Βενετούς), κι επειδή φοβόταν την κατασκοπευτική δραστηριότητα των Βενετών στην ίδια την Κωνσταντινούπολη, συγκάλεσε μυστική κι έφιππη συνέλευση στα περίχωρα της Κωνσταντινουπόλεως, με πρόφαση κυνηγετική εκδρομή, όπου κι απεκάλυψε στους στενούς του συνεργάτες την πρόθεσή του. Ο μέγας βεζύρης Μεχμέτ Σόκολλι αντιτάχθηκε και προσπάθησε να ματαιώσει την κατά της Κύπρου σχεδιαζόμενη επίθεση, θεωρώντας την άδικη κι ανέντιμη αφού υφίστατο ειρήνη αλλά και συνθήκη φιλίας με τους Βενετούς. Υπέρ της επιθέσεως ετάχθησαν οι δυο προσωπικοί εχθροί του μεγάλου βεζύρη, Λαλά Μουσταφά πασάς και Πιαλή πασάς. Κι οι δυο υποστήριξαν το εγχείρημα, ελπίζοντας ότι θ' ανελάμβαναν ως αρχηγοί της εκστρατείας αλλά κι αποσκοπώντας στην πτώση του Μεχμέτ Σόκολλι. Και οι δυο τόνισαν ότι από στρατιωτικής απόψεως ήταν σχετικά εύκολη η κατάκτηση της Κύπρου εξαιτίας της αδυναμίας της Βενετίας να την υπερασπιστεί αποτελεσματικά, της μικρής βοήθειας που δυνατό ν' αναμενόταν από άλλες χριστιανικές δυνάμεις, της ευνοϊκής γεωγραφικής θέσεως του νησιού κλπ. Πρόβαλαν επίσης την ανάγκη κατάληψης της Κύπρου, ισχυριζόμενοι πως έτσι θα προστατευόταν το τουρκικό εμπόριο, πως δεν έπρεπε να συνεχίσει η Κύπρος ν' αποτελεί καταφύγιο πειρατών που παρενοχλούσαν τα τουρκικά καράβια, και πως έπρεπε με την κατάληψη του νησιού να διασφαλιστεί η θαλάσσια οδός προς την ιερή Μέκκα.

 

Τελικά οι γνώμες των δυο πασάδων ενίσχυσαν την επιθυμία του σουλτάνου να κατακτήσει την Κύπρο, επιθυμία που είχε γεννηθεί κι από άλλους συμβούλους του που πρόβαλλαν λόγους οικονομικούς, θρησκευτικούς κλπ. (μάλιστα και για τον λόγο ότι η Κύπρος παρήγε φημισμένο κρασί που ιδιαίτερα άρεσε στον σουλτάνο Σελίμ۬ ελέχθη μάλιστα ότι τελικά ο σουλτάνος είχε πεθάνει εξαιτίας του κυπριακού κρασιού, επειδή εντελώς μεθυσμένος είχε εισέλθει στο λουτρό του, με αποτέλεσμα να πέσει και να θρυμματίσει το κρανίο του στο μάρμαρο, ενώ άλλες ειδήσεις αποδίδουν τον θάνατό του σε αποπληξία).

 

Μετά την απόφαση για κατάκτηση της Κύπρου, αναμενόταν πλέον κάποια ευκαιρία, και σαν τέτοια θεωρήθηκε μια μεγάλη έκρηξη που είχε σημειωθεί στις 13 Σεπτεμβρίου 1569 στο ναύσταθμο της Βενετίας (πιθανώς έργο εμπρηστών) που είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή τεράστιας ποσότητας πυρομαχικών. Η Πύλη θεώρησε πως η Βενετία βρισκόταν τώρα σε μειονεκτικότερη στρατιωτικά θέση, κι ο σουλτάνος διέταξε ν' αρχίσουν οι προπαρασκευές για την εκστρατεία, που βέβαια δεν διέφυγαν της προσοχής του Βενετού απεσταλμένου στην Κωνσταντινούπολη Μαρκαντώνιου Βάρβαρου. Ο Βάρβαρος αντελήφθη τον πραγματικό σκοπό των τουρκικών προετοιμασιών και πληροφόρησε σχετικά τη Βενετία που, όμως, δεν έδωσε σημασία.

 

Σαφέστερες ήσαν, οι ειδήσεις κατά τους πρώτους μήνες του 1570, που δεν άφηναν πλέον αμφιβολίες για τις προθέσεις των Τούρκων. Στην ίδια την Κύπρο, οι ανώτατοι Βενετοί διοικητές του νησιού λάμβαναν κάθε μέτρο που τους ήταν δυνατό για ενίσχυση της άμυνας, μέσα στο πλαίσιο των πενιχρών δυνατοτήτων τους. Η Αμμόχωστος ενισχύθηκε ιδιαίτερα, ενώ προχωρούσαν και οι εργασίες στις νέες οχυρώσεις της Λευκωσίας. Οι οχυρώσεις της Κερύνειας δεν ήσαν επαρκείς, των δε υπολοίπων πόλεων σχεδόν δεν υφίσταντο. Όπως λέγει στη Διήγησή του ο Άγγελος Γάττος, ο Αστόρρε Βαγλιόνε* και οι λοιποί ανώτατοι Βενετοί αξιωματούχοι της Κύπρου συνήλθαν σε μυστική σύσκεψη την νύκτα της 15 Απριλίου 1570 στο χωριό Άσσια, μεταξύ Λευκωσίας και Αμμοχώστου, για να εξετάσουν την είδηση που είχε φθάσει από την Κωνσταντινούπολη, ότι ο σουλτάνος Σελίμ είχε οριστικά αποφασίσει την κατάκτηση της Κύπρου.  Όχι πολύ αργότερα, έφθασε στην Κύπρο κι αντίγραφο της επιστολής που ο Σελίμ είχε στείλει στη Βενετία, ζητώντας να του παραδοθεί αμέσως η Κύπρος, διαφορετικά θα την έπαιρνε με το σπαθί του. Η Βενετία είχε απορρίψει αμέσως το τελεσίγραφο, κι άρχισε να προετοιμάζει στρατιωτική αποστολή για την Κύπρο, με τη βοήθεια και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η αποστολή αυτή τελικά απέτυχε παταγωδώς, και μόνο μικρή βοήθεια έφθασε τελικά στο νησί.

 

Όταν στην Κωνσταντινούπολη οι πολεμικές προετοιμασίες συμπληρώθηκαν, ο σουλτάνος διόρισε ως αρχηγούς της κατά της Κύπρου εκστρατείας τους Λαλά Μουσταφά και Πιαλή. Ο πρώτος ανέλαβε την αρχιστρατηγία των δυνάμεων της ξηράς, κι ο δεύτερος την αρχηγία των ναυτικών δυνάμεων. Οι ναυτικές δυνάμεις είχαν ως αποστολή να μεταφέρουν τα στρατεύματα του Λαλά Μουσταφά στην Κύπρο και να υποστηρίξουν από τη θάλασσα τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Τα στρατεύματα του Λαλά Μουσταφά διέσχισαν κατά πλάτος τη Μικρά Ασία και συγκεντρώθηκαν στα παράλια της Ανατολίας, απ' όπου και μεταφέρθηκαν στην Κύπρο κατά τις πρώτες μέρες του Ιουλίου του 1570. Δυνάμεις του Λαλά Μουσταφά αποβιβάστηκαν στα παράλια της Πάφου και αλλού, ο κύριος όμως όγκος του στρατού του αποβιβάστηκε στη Λάρνακα.