Βυζάντιο και Κύπρος

Βυζαντινοί αξιωματούχοι στην Κύπρο

Image

Η βυζαντινή παρουσία στα 773 μαρτυρείται από το ότι ο Βυζαντινός εκπροσώπος Λαχερβάφος απήχθη τότε από τους Άραβες επιδρομείς, ενώ τρία χρόνια προηγουμένως ο Λαχανοδράκων, Βυζαντινός στρατηγός του θέματος Θρακήσιον απειλούσε να εξορίσει στην Κύπρο εικονολάτρες μοναχούς και μοναχές, άρα θεωρούσε την Κύπρο, τουλάχιστον όση ελεγχόταν από τον Βυζαντινό άρχοντα ή εκπροσώπου και τους Έλληνες κατοίκους ως έδαφος βυζαντινό. Η πραγματική εξουσία του εκπροσώπου δεν είναι γνωστή, πρέπει όμως να περιοριζόταν τοπικά στην είσπραξη των φόρων των νησιωτών προς την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες διοικητικές αρμοδιότητες, όπως εκείνες του Άραβα ιμάμη της Κύπρου και του Άραβα πατρικίου που αυτός εξέλεγε μεταξύ των Αράβων κατοίκων της. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι κατά τον ίδιο τρόπο και ο εκπροσώπου εξέλεγε τον διοικητικό αρχηγό («πατρίκιο») των Ελλήνων Κυπρίων από ανάμεσά τους. Σίγουρα όμως και ο εκπροσώπου και ο ιμάμης ασκούσαν μυστικά και άλλες εξουσίες, στρατιωτικές και παραστρατιωτικές, βοηθούμενοι και από άλλους, φανερά ή μυστικά διαμένοντες στην Κύπρο στρατιωτικούς, ναυτικούς και διοικητικούς αξιωματούχους, τον εμίρη (= ναύαρχο) και τον χακέμ (= δικαστή ή διοικητή), και τον δούκα ή στρατηγόν ή σπαθάριον κλπ., αντιστοίχως.

 

Η επιδρομή του 806 οφειλόταν στην παραβίαση από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο προηγούμενης συμφωνίας με τους Άραβες που απαγόρευε στους Βυζαντινούς να ξανακτίσουν τα αμυντικά έργα που είχαν καταστρέψει οι Άραβες σε προηγούμενες επιδρομές ? αυτό επιβεβαιώνει την προαναφερόμενη βυζαντινή προσπάθεια πλήρους ανακτήσεως της Κύπρου με ενίσχυση της αυτοκρατορικής στρατιωτικής παρουσίας στο νησί. Μαζί με τους πολυάριθμους αιχμαλώτους που συνελήφθησαν τότε ήταν κι ο αρχιεπίσκοπος, προφανώς πρωτεργάτης της πιο πάνω προσπάθειας. Η κίνηση του παραλιακού πληθυσμού προς τα ορεινά, που είχε αρχίσει από το 649 και πιο πολύ το 653/4, συνεχίστηκε σ' όλο το διάστημα των επιδρομών ως το 963/4, με περισσότερη ένταση κατά τον 8ο και τον 9ο αι., οπότε τα ορεινά καταφύγια των Κυπρίων μοναχών δέχθηκαν πολλούς Ορθόδοξους μοναχούς από το Βυζάντιο ? εικονολάτρες διωκόμενους από τους εικονομάχους ? και από την Συρία - Παλαιστίνη διωκόμενους από τους Άραβες.

 

Κατά τα μέσα του 9ου αι., είτε στα 842-867, είτε στα 842-856, είτε στα 875 -879 ή 881/2 επί Βασιλείου Α' Μακεδόνος για επτά χρόνια η Κύπρος έγινε θέμα της αυτοκρατορίας, βήμα προς την πλήρη ανάκτηση, ενώ στα 853 - 859 Κύπρος και Κρήτη τελούσαν υπό Βυζαντινό ναύαρχο και χρησιμοποιούνταν ως προκεχωρημένες βάσεις βυζαντινών ναυτικών επιχειρήσεων. Στα 870 ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας Ευθύμιος γράφει υποστηρίζοντας τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιγνάτιο κατά του αντιπάλου του Φωτίου, ενώ μετά οκτώ χρόνια ο Φώτιος γράφει επιπλήττοντας τον τυραννικό κυβερνήτη Σταυράκιο, του οποίου ο προκάτοχος Αλέξιος ο Μούσερε ο Αρμένιος, γαμβρός του αυτοκράτορα Θεοφίλου, είχε κυβερνήσει την Κύπρο για επτά χρόνια.

 

Κάτω από άγνωστες συνθήκες προς τα τέλη του 9ου αι. η έντονη βυζαντινή στρατιωτική παρουσία ελαττώνεται και η Κύπρος επανέρχεται στο καθεστώς της ουδετερότητας των συνθηκών του 653, 688 και 705. Αυτό συνάγεται από έγγραφα του 912-914 σχετικά προς την ολέθρια επιδρομή, στα 911 - 912, του εξωμότη Νταμιάνα, ο οποίος αιχμαλώτισε χιλιάδες Κυπρίους και τους μετέφερε στη Βαγδάτη. Η επίθεση αποτελούσε αντίποινο για τη βοήθεια που οι Έλληνες Κύπριοι πρόσφεραν στον Βυζαντινό ναύαρχο Ιμέριο στις επιχειρήσεις του με βάση την Κύπρο εναντίον των αραβοκρατούμενων Συρίας, Κιλικίας και Κρήτης στην περίοδο 900-912, επιχειρήσεις αντιπερισπασμού στην αραβική υπεροχή στην ανατολική Μεσόγειο κατά τα προηγούμενα λίγα χρόνια. Εκδήλωση της υπεροχής αυτής ήταν και η αραβική απόβαση στα 904 στην Πάφο, όπου προφανώς υπήρχε (ακόμη) αραβική εγκατάσταση, ίσως φρουρά και αστικός πληθυσμός με τους άρχοντές τους στα πλαίσια των συνθηκών. Τρία χρόνια προηγουμένως ο αυτοκράτορας Λέων Στ' είχε διατάξει τη μεταφορά του λειψάνου του αγίου Λαζάρου από τη Λάρνακα στην Κωνσταντινούπολη, όπου τοποθετήθηκε στο ναό του αγίου, που κτιζόταν τότε εκεί. Ο Ιμέριος στην Κύπρο συνεργαζόταν με τον Λέοντα Συμβατίκη σε τοπικές ενέργειες εναντίον των Αράβων του νησιού και σε κατασκοπευτικές επιχειρήσεις στη Συρία και στην Κιλικία. Όταν ο Νταμιάνα στα 911/912 για τέσσερις μήνες λεηλατούσε την Κύπρο σ' αντίποινο γι? αυτές, στα 912-913 ο επίσκοπος Κυθρέας Δημητριανός πήγε στη Βαγδάτη ως πρέσβης για να σώσει τη ζωή των αιχμαλώτων συμπατριωτών του, παράλληλα και σε συνεννόηση με πρεσβεία που εστάλη από την Κωνσταντινούπολη από τον τότε αντιβασιλιά, πατριάρχη Νικόλαο Μυστικό. Τα επιχειρήματα και του Δημητριανού και των Βυζαντινών απεσταλμένων συνέπιπταν στο ότι οι Κύπριοι ήσαν αθώοι και ανεύθυνοι για τις ενέργειες του Ιμερίου, ενώ η επιδρομή του εξωμότη Χριστιανού και κακού Μουσουλμάνου Νταμιάνα ήταν παραβίαση του μακροχρονίου καθεστώτος ουδετερότητας του νησιού, την οποία το αραβικό κράτος όφειλε να υποστηρίζει, βοηθώντας τους Κυπρίους υποτελείς του εναντίον του Νταμιάνα. Οι Κύπριοι ως μεθόριος μεταξύ των δυο υπερδυνάμεων πλήρωναν φόρους και στους δυο, δέχονταν διοικητές και από τους δυο, αλλά δεν αναμειγνύονταν στις πράξεις βίας καμιάς από αυτές, ούτε στην πολιτική τους. Η εξάρτηση των Κυπρίων πάντως από τους Άραβες, υπογραμμίζει ο Νικόλαος Μυστικός στο σωζόμενο γράμμα του προς τον χαλίφη, ήταν μεγαλύτερη από την εξάρτησή τους από το Βυζάντιο. Το επιδιωκόμενο συμπέρασμα είναι ότι οι άρχοντες που στέλλονταν από το Βυζάντιο στην Κύπρο, κατά τις συνθήκες ουδετερότητας, δεν μπορούσαν να ελεγχθούν από τους Κυπρίους όταν αναλάμβαναν στρατιωτικές επιχειρήσεις. Δηλαδή το ίδιο το Βυζάντιο απεκδύεται κάθε ευθύνης για τις πράξεις των απεσταλμένων του και τις θεωρεί ατομικές, όπως και εκείνες του Νταμιάνα. Η διπλή αποστολή πέτυχε, οι αιχμάλωτοι απελευθερώθηκαν, κι αυτό αύξησε το γόητρο της Εκκλησίας ? μια ακόμη πολιτική ενέργειά της, εγκεκριμένη από την Κωνσταντινούπολη όπου κυβερνούσε ένας πατριάρχης, προστέθηκε στην άλυση των κοσμικών της επιτευγμάτων. Έτσι ο Δημητριανός απέβη ο «αρχηγός παντί τω λαώ» και ο βέβαιος νέος αρχιεπίσκοπος που θα έσωζε τον τόπο από «τα κύματα των εχθρών που ...απειλούσαν πλήρη εξαφάνιση του λαού». Πέθανε όμως σε λίγο, σε πολύ προχωρημένη ηλικία, και η απελευθέρωση της Κύπρου από τους Άραβες ήλθε μετά πενήντα χρόνια, στα 963/4. Τότε ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς στη μεγάλη εκστρατεία στην Κιλικία περιέλαβε και την Κύπρο ανάμεσα στους στόχους του και διά του στρατηγού Νικήτα Χαλκούτζη την απάλλαξε από κάθε αραβική στρατιωτική παρουσία, τερματίζοντας έτσι το καθεστώς ουδετερότητας και συγκυριαρχίας που κράτησε πάνω από τριακόσια χρόνια. Στις επιχειρήσεις του 963/4 μετέσχαν και οι Κύπριοι και οι φρουρές, αρμενικής προελεύσεως ως ένα βαθμό, που είχαν προφανώς εγκατασταθεί στο νησί στη διάρκεια των τελευταίων 100 περίπου χρόνων σε καίρια στρατηγικά σημεία, ιδίως στον Πενταδάκτυλο, από τις αρχές της Κωνσταντινουπόλεως. Ήδη στα τελευταία προ του 963/4 χρόνια η βυζαντινή επιρροή είχε αυξηθεί αισθητά και ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, που επεσκέφθη την Κύπρο, βρισκόταν σ' έδαφος οικείο, όπου οι αυτοκρατορικές εντολές μπορούσαν να εκτελεσθούν.