Ευρωπαϊκή Ένωση και Κύπρος

Αθήνα- Λευκωσία, προτεραιότητα στην ένταξη

Image

Τον Οκτώβριο του 1993, το ΠΑΣΟΚ κέρδισε στην Ελλάδα   τις εκλογές και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε κυβέρνηση, δίδοντας ιδιαίτερη έμφαση και πάλι στα εθνικά θέματα, το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά, στη βάση της στρατηγικής που χάραξε κατά τη δεκαετία του '80. Η ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ συνέπεσε με την ανάληψη της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ελλάδα, γεγονός που έδωσε την ευχέρεια πλήρους ανασύνταξης των διπλωματικών δυνάμεων της χώρας μετά την έντονη αντιπαλότητα με αφορμή το Σκοπιανό.

 

Εξάλλου, από την 1η Νοεμβρίου1993 που τέθηκε σε ισχύ η συνθήκη του Μάαστριχτ, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) μετονομάστηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και έθεσε τις βάσεις για την μετεξέλιξή της σε πολιτικό οργανισμό. Άρχισε επίσης να προωθεί τις σχέσεις της με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ), αναπτύσσοντας ένα πολύπλευρο διάλογο και προαναγγέλλοντας τη μεγάλη πορεία για την Ενωμένη Ευρώπη του 21ου αιώνα. Την 1η Ιανουαρίου του 1994 συγκροτήθηκε επίσης ο Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος (ΕΟΧ), η μεγαλύτερη ζώνη ελευθέρων συναλλαγών στον κόσμο, από τον Αρκτικό Ωκεανό μέχρι τη Μεσόγειο.

 

Ριζικές αλλαγές τροχιοδρομούνται ταυτόχρονα και στους κόλπους του NATO, σε μια προσπάθεια αναδιάταξης των στρατηγικών ισορροπιών στη Γηραιά Ήπειρο, ενίσχυσης της σταθερότητας και εδραίωσης της δυτικής επιρροής στην ανατολική Ευρώπη. Στις αρχές Ιανουαρίου συνεκλήθη η σύνοδος κορυφής του NATO στις Βρυξέλλες, στην παρουσία του προέδρου Κλίντον, για να χαράξει τη στρατηγική ένταξης των χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία και την ΕΕ. Η στρατηγική έναντι της ανατολικής Ευρώπης απέκτησε κεφαλαιώδη σημασία για τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Στο εξής τα θέματα της στρατηγικής ασφάλειας της Γηραιάς Ηπείρου αντικρίζονται σε συνδυασμό με τη μετεξέλιξη της ΕΕ. Η ένταξη νέων μελών στην ΕΕ θεωρείται παράλληλη διαδικασία με τη διεύρυνση του NATO (κυρίως προς ανατολάς) και την περαιτέρω προώθηση του νατοϊκού προγράμματος Συνεταιρισμός για την Ειρήνη. Οι διαστάσεις αυτές άνοιξαν νέο κεφάλαιο διπλωματικής διεκδίκησης για την Κύπρο.

 

Οι εκτιμήσεις κορυφαίων αναλυτών και των επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας (20) είναι ότι η Κύπρος θα πρέπει να μπει σε τροχιά ένταξης και να περιληφθεί στο νέο ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας στην προοπτική συμμετοχής της και στη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ).

 

Η Λευκωσία αυτή την περίοδο έπεσε στην δίνη ενός άγονου και αντιπαραγωγικού διαλόγου επί των προτάσεων των Ηνωμένων Εθνών για εφαρμογή στην Κύπρο Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων. Τα Μέτρα προνοούσαν κυρίως την επαναλειτουργία του διεθνούς αεροδρομίου Λευκωσίας προς όφελος των Τουρκοκυπρίων και την επιστροφή υπό τον έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών της περιφραγμένης περιοχής της Αμμοχώστου για εμπορική δραστηριοποίηση. Τα ΜΟΕ έκρυβαν σκληρές παγίδες για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Την ανάγκαζαν σε συνεχή αναδίπλωση θέσεων πάνω σε σωρεία τεχνικών σημείων, ώστε να καταστεί εφικτή η άρση του εμπορικού αποκλεισμού σε βάρος του ψευδοκράτους και να επιστραφεί τμήμα εδάφους στους Ελληνοκυπρίους. Η υλοποίηση των ΜΟΕ ερχόταν σε πλήρη αντίφαση με βασική προϋπόθεσή τους να μη αποφέρουν πολιτικά οφέλη σε οποιαδήποτε πλευρά. Προσέφεραν σημαντικότατα οφέλη στο καθεστώς Ντενκτάς με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την αντίδραση του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος προειδοποίησε για τον κίνδυνο η εφαρμογή των ΜΟΕ να αποτελέσει την ίδια την λύση του Κυπριακού. Οι χειρισμοί γύρω από τα ΜΟΕ έφεραν σε εξαιρετικά δυσχερή θέση τον πρόεδρο Κληρίδη γιατί τύγχαναν της σθεναρής υποστήριξης της διεθνούς κοινότητας, ακόμη και της ΕΕ. Ο επίτροπος για τις εξωτερικές σχέσεις Χανς Βαν Ντεν Μπρουκ περιέλαβε ειδική πρόνοια στο 4ο Χρηματοδοτικό Πρωτόκολλο Κύπρου-ΕΕ για χρηματοδότηση τέτοιων πρωτοβουλιών. Σε επίσκεψή του στην Κύπρο όμως, τον Μάρτιο του 1994, προέβη σε μια σαφή δήλωση με αποδέκτη την τουρκική πλευρά και την προοπτική ένταξης της Κύπρου. Ο Ολλανδός επίτροπος ανέφερε ότι η ένταξη της Κύπρου δεν θα είναι επ’ αόριστον όμηρος της αδιαλλαξίας οποιασδήποτε πλευράς στις διαπραγματεύσεις για λύση του Κυπριακού.

 

Στις 18 Απριλίου 1994, η ελληνική προεδρία συγκάλεσε το Συμβούλιο Σύνδεσης Κύπρου-ΕΕ, στο Λουξεμβούργο. Ο αν. υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος προέβη σε σειρά διαβουλεύσεων με τους κοινοτικούς εταίρους, με στόχο την καταγραφή στην κοινή θέση των 12, θετικής αναφοράς για την ένταξη της Κύπρου. Οι αντιδράσεις των εταίρων για καθορισμό χρονοδιαγράμματος έναρξης διαπραγματεύσεων ένταξης, ή ακόμη και της γενικότερης αναφοράς περί έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων το ταχύτερο δυνατόν, ήσαν έντονες, γεγονός που προανήγγειλε μια μακρά και επίπονη διπλωματική μάχη. Ο Κύπριος υπουργός Εξωτερικών Αλέκος Μιχαηλίδης, στην ομιλία του στο Συμβούλιο Σύνδεσης, καθόρισε τους άξονες προτεραιοτήτων της κυπριακής κυβέρνησης, θέτοντας πρώτο τον καθορισμό ημερομηνίας για τις ενταξιακές συνομιλίες. Η ελληνική προεδρία και η κυπριακή κυβέρνηση υποστήριξαν σθεναρά την ανάγκη ισόρροπης διεύρυνσης, τόσο προς τις χώρες ΕΖΕΣ όσο και προς την Μεσόγειο με την ένταξη της Κύπρου και της Μάλτας. Ο Α. Μιχαηλίδης είχε επίσης την ευκαιρία να καταστήσει σαφές στους υπουργούς Εξωτερικών των 12 ότι τα κοινοτικά προγράμματα και οι χρηματοδοτήσεις μέσω του 4ου Χρηματοδοτικού Πρωτοκόλλου θα αφορούν κυρίως την εναρμόνιση της κυπριακής οικονομίας με την ΕΕ και την προετοιμασία της ένταξης. Όσον αφορά τα προγράμματα δικοινοτικής ωφέλειας, η Λευκωσία τόνισε ότι τέτοιου είδους προγράμματα θα υλοποιούνται κατόπιν συμφωνίας της κυπριακής κυβέρνησης. Η προϋπόθεση αυτή περιελήφθη τελικώς και στην συμφωνία για την υλοποίηση του 4ου Χρηματοδοτικού Πρωτοκόλλου για να αποτραπούν οι προσπάθειες χορήγησης κοινοτικών κονδυλίων στο ψευδοκράτος ή εκταμίευσης του μεγαλύτερου μέρους των κονδυλίων αυτών για εφαρμογή των ΜΟΕ.

 

Οι διαβουλεύσεις για σύνταξη της κοινής θέσης οδήγησαν σε ένα συμβιβασμό, βάσει του οποίου εκφράστηκε η βεβαιότητα των 12 ότι «η διαδικασία της διεύρυνσης θα περιλάβει την Κύπρο και τη Μάλτα» (21). Η θέση αυτή της ΕΕ ήταν η πρώτη έμμεση αναφορά ότι η Κύπρος, δεν είναι μόνο επιλέξιμη για ένταξη (Γνωμοδότηση 1993) αλλά και ότι σύντομα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με κάποιο τρόπο η προοπτική ένταξής της.

 

Οι διεργασίες γύρω από την ένταξη της Κύπρου προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς, ο οποίος διετύπωσε αυτό το διάστημα την απειλή ότι, σε περίπτωση που προχωρήσει η διαδικασία για ένταξη της Κύπρου, θα ζητήσει από την Άγκυρα την πολιτική και οικονομική ενοποίηση του ψευδοκράτους του με την Τουρκία. Η εντεινόμενη αδιαλλαξία του Ρ. Ντενκτάς στις συνομιλίες για το Κυπριακό και παρά το γεγονός ότι οι προτάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ΜΟΕ είχαν προσαρμοσθεί για να ικανοποιήσουν πολλές από τις αξιώσεις του, οδήγησαν τον γενικό γραμματέα στο να εκδώσει στις 30 Μαϊου 1994 μια έκθεση καταπέλτη για την τουρκοκυπριακή πλευρά. Προβαίνοντας σε μια συνολική αξιολόγηση της κατάστασης στο Κυπριακό την τελευταία εικοσαετία, ο Μπούτρος Γκάλι κατέγραψε με πλήρη σαφήνεια την ευθύνη της τουρκοκυπριακής πλευράς για το παρατεινόμενο αδιέξοδο στις προσπάθειες για λύση. Ο Μπούτρος Γκάλι αποφάνθηκε ότι η εκκρεμότητα στο Κυπριακό οφείλεται κυρίως στην έλλειψη πολιτικής βούλησης εκ μέρους της τουρκοκυπριακής πλευράς για λύση. Σε αυτή την έκθεση στήριξε τα συμπεράσματά του για το Κυπριακό και την ευθύνη της κάθε πλευράς για το αδιέξοδο, ο κοινοτικός παρατηρητής Σερζ Αμπού, ο οποίος υπέβαλε δύο εκθέσεις για το πρόβλημα στο Συμβούλιο Υπουργών, μέσω του πολιτικού προϊσταμένου του, επιτρόπου εξωτερικών σχέσεων Χανς Βαν Ντεν Μπρουκ.

 

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Η ελληνική προεδρία ολοκληρώθηκε με τη σύγκληση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην Κέρκυρα στις 24 και 25 Ιουνίου. Η συνάντηση των ηγετών των 12 με επικεφαλής τον πρωθυπουργό της Ελλάδος Ανδρέα Παπανδρέου ήταν μια έξοχη ευκαιρία γι' αυτόν να ασκήσει όλη την προσωπική επιρροή του για μια θετικότερη αναφορά σε σχέση με την ένταξη της Κύπρου και της Μάλτας που αντιμετωπίζονταν στην ίδια ομάδα υποψηφίων κρατών. Βασικό επιχείρημα της ελληνικής κυβέρνησης ήταν η ενίσχυση της μεσογειακής διάστασης της ΕΕ με την ένταξη της Κύπρου και της Μάλτας, ως μοχλού εξισορρόπησης της διεύρυνσης προς τις χώρες ΕΖΕΣ και τις στενότερες σχέσεις με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ). Το επιχείρημα αυτό είχε απήχηση μεταξύ των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας. Η προσωπική συνεννόηση του Α. Παπανδρέου με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιττεράν αλλά και οι εποικοδομητικοί χειρισμοί της ελληνικής προεδρίας και προσωπικά του Θεόδωρου Πάγκαλου για επίσπευση των διαπραγματεύσεων ένταξης των χωρών ΕΖΕΣ, ενίσχυσαν σημαντικά την προσπάθεια για θετική αντιμετώπιση της περίπτωσης της Κύπρου. Στο τελικό κείμενο των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Κέρκυρας, κατεγράφη μια σαφής απόφαση-σταθμός των 12, ότι «η επόμενη φάση της διεύρυνσης θα περιλαμβάνει την Κύπρο και τη Μάλτα» (22). Η απόφαση χαρακτηρίστηκε ιδιαίτερα σημαντική δεδομένης της συσπείρωσης της κυβέρνησης της Γερμανίας με τη Βρετανία και τη δεξιά κυβέρνηση της Γαλλίας υπό τον Εντουάρ Μπαλαντίρ, για παράκαμψη της Κύπρου προς όφελος των χωρών της ανατολικής Ευρώπης (23). Η συσπείρωση αυτή εμφανίστηκε αποδυναμωμένη στην Κέρκυρα λόγω της άρνησης του πρωθυπουργού της Βρετανίας Τζων Μέιτζορ να συγκατανεύσει στην επιλογή Ζαν Λικ Ντεάν, πρωθυπουργού του Βελγίου, στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε αντικατάσταση του Ζακ Ντελόρ, όπως επιθυμούσαν όλοι οι υπόλοιποι ηγέτες. Εξάλλου, η Ελλάδα διά στόματος του αν. υπουργού Εξωτερικών Θεόδωρου Πάγκαλου είχε σαφώς προειδοποιήσει ότι δεν θα επιτρέψει «καμιά άλλη διεύρυνση εάν δεν εκπληρωθούν οι δεσμεύσεις προς την Κύπρο και τη Μάλτα». Στα συμπεράσματα της Κέρκυρας επαναβεβαιώθηκαν επίσης οι προηγούμενες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για λύση του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών και των Συμφωνιών Κορυφής. Επιπρόσθετα εκφράσθηκε ικανοποίηση για την προώθηση των «ευρωπαϊκών συμφωνιών» με τις χώρες ΚΑΕ, αλλά και για την Τουρκία επισημάνθηκε η προοπτική για ολοκλήρωση της συμφωνίας Τελωνειακής Ένωσης.

 

Ο επίτροπος εξωτερικών σχέσεων Χανς Βαν Ντεν Μπρουκ είχε επισκεφθεί την Άγκυρα στις 17 Ιουνίου 1994, όπου παρακάθησε σε συνομιλίες με το σύνολο της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας (την πρωθυπουργό Τανσού Τσιλέρ, τον πρόεδρο Ντεμιρέλ και τον υπουργό Εξωτερικών Χικμέτ Τσετίν). Σε δηλώσεις στην Άγκυρα, μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών του, ο Βαν Ντεν Μπρούκ παραδέχθηκε ότι υφίστανται δύο πολιτικής φύσεως εμπόδια για την ενίσχυση των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ: πρώτον η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα και δεύτερον το Κυπριακό. Ο Ολλανδός επίτροπος άφησε σαφέστατα να νοηθεί ότι εάν η Τουρκία διευκόλυνε την πρόοδο στο Κυπριακό, η συμφωνία Τ.Ε. θα μπορούσε να διευκολυνθεί με άρση των ελληνικών επιφυλάξεων. Δεν διευκρίνισε όμως κατά πόσον η Ελλάδα θα συνηγορούσε εάν η πρόοδος συνίστατο στην εφαρμογή των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ).

 

Το κλίμα που επεκράτησε στην Κέρκυρα γύρω από το θέμα της ένταξης της Κύπρου αποτυπώθηκε στις δηλώσεις ηγετών και άλλων επισήμων μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιττεράν υποστήριξε ότι η ΕΕ δεν μπορεί παρά να περιλάβει την Κύπρο στους κόλπους της και εξέφρασε τη λύπη του γιατί δεν υπήρξε καλύτερη φραστική αναφορά για έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης λόγω των πολιτικών, όπως είπε, εμποδίων. Ο Θ. Πάγκαλος ωστόσο εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ακόμη και με τη γενική αναφορά της Κέρκυρας είναι ικανοποιητική η ρύθμιση, δεδομένου ότι δεν ετίθεντο όροι για την ένταξη της Κύπρου. Το Κυπριακό, υποστήριξε ο Θ. Πάγκαλος, έχει αποσυνδεθεί από την ένταξη. Στον απόηχο όμως της συνόδου της Κέρκυρας, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Τζων Μέιτζορ κατέθεσε τη δική του εκδοχή για το περιεχόμενο της απόφασης. Σε δηλώσεις του στη Βουλή των Κοινοτήτων, στις 28 Ιουνίου1994, ο Τζ. Μέιτζορ υποστήριξε ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ήταν ακόμη πολύ μακριά και ότι εάν το Κυπριακό παρέμενε άλυτο, τότε θα ήταν πολύ δύσκολο για την Κύπρο να γίνει δεκτή στην Κοινότητα. Θα επανεξεταζόταν το θέμα, πρόσθεσε, κατά την επόμενη φάση της διεύρυνσης, ύστερα από μερικά ακόμη χρόνια.

 

Στο περιθώριο της συνόδου της Κέρκυρας, η ελληνική προεδρία συγκάλεσε στις 30 Ιουνίου 1994, την πρώτη συνάντηση κορυφής ΕΕ-Κύπρου, στην οποία παρακάθησαν ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΙΕΡΙΔΗΣ

ΑΝΤΡΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image