Ασπρόφτας Ανδρέας

Ο ζωγράφος της ψυχής του κυπριακού τοπίου

Image

O Ανδρέας Ασπρόφτας γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1919 στο χωριό Tρυπημένη της επαρχίας Αμμοχώστου. Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Αμμοχώστου το 1937 και πήγε για σπουδές στην Αθήνα, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα με τις σπουδές ιατρικής παρακολουθούσε και μαθήματα ζωγραφικής και μουσικής. Φοίτησε επίσης στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Περούτζια (Ιταλία). Εργάστηκε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση για 28 χρόνια. Ήταν νυμφευμένος με την Αικατερίνη Κραμβή με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Άκη. Πέθανε στις 10 Ιουλίου 2004.

 

Παιδική ηλικία

Ο πατέρας του  Αναστάσιος, ήταν κυβερνητικός υπάλληλος και η μητέρα του Μαρία, ήταν οικοκυρά. Σε πολύ μικρή ηλικία εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για την τέχνη. Ήταν τεσσάρων χρονών όταν επισκέφτηκε με τους γονείς του το μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο. Εντυπωσιάστηκε από τη ζωγραφική των μοναχών και αυτό, όπως ο ίδιος διαπίστωσε αργότερα, ήταν το πρώτο σκίρτημα που αισθάνθηκε για την τέχνη. Ιδιαίτερη εντύπωση και συγκίνηση του προκάλεσε και ο αρχαιολογικός χώρος της Σαλαμίνας όταν τον επισκέφτηκε πολύ μικρός. 

 

Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Αμμοχώστου. Δάσκαλος του ήταν ο Χριστόδουλος Κάνθος, πατέρας του Τηλέμαχου Κάνθου, ο οποίος αναγνώρισε το ταλέντο του και τον προέτρεψε να συνεχίσει να ασχολείται με την τέχνη.Τελειωσε το δημοτικό σχολείο στα 1925 και συνέχισε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Καθηγητής του στο μάθημα της τέχνης ήταν ο ζωγράφος Τηλέμαχος Κάνθος, ο οποίος διορίστηκε εκεί στα 1932. 

Στην Αμμόχωστο, του δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξει ένα άλλο μεγάλο ταλέντο που είχε εκτός από τη ζωγραφική, τη μουσική. Πολύ μικρός έμαθε να παίζει μαντολίνο. Τα πρώτα του μαθήματα στο πιάνο τα πήρε στο Λύκειο Ελληνίδων, το οποίο είχε αναπτύξει πολύ μεγάλη πολιτιστική δράση και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να δώσει τα πρώτα εφόδια στις τέχνες σε πολλά ταλαντούχα παιδιά. Στο Λύκειο Ελληνίδων διδάχθηκε επίσης, εκτός από πιάνο, μαντολίνο και κιθάρα. Μάλιστα, έφτασε σε τέτοιο ψηλό επίπεδο που συμμετείχε στις επιδείξεις του Ελληνικού Γυμνασίου και  στις καλλιτεχνικές εκδηλώσεις του Λυκείου.

 

Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Αμμοχώστου το 1937 και  πήγε για σπουδές στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.  Η αγάπη του για την τέχνη δεν μπορούσε να μείνει στο περιθώριο και έτσι παράλληλα με την ιατρική, παρακολουθούσε νυχτερινά μαθήματα ζωγραφικής και μουσικής κοντά στον Αντώνιο και Αικατερινη Σκόκου.   Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρήκε τον Ανδρέα Ασπρόφτα στην Αθήνα φοιτητή. Λόγω οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε η οικογένεια του, διέκοψε τις  σπουδές του και το καλοκαίρι του 1940 επέστρεψε στην Κύπρο.

 

Επιστροφή στην Κύπρο

Με την επιστροφή του στην Κύπρο και για τα επόμενα πέντε χρόνια ο Ανδρέας Ασπρόφτας εργάστηκε ως γραμματέας στο γραφείο ζύθου που διατηρούσε ο αδελφός του. Στο διάστημα αυτό, ο πατέρας του πέθανε και έτσι ήταν αδύνατο να συνεχίσει τις σπουδές του στην ιατρική, παρόλο που μελετούσε  από μόνος του όσο καιρό βρισκόταν στην Κύπρο με την ελπίδα ότι θα επέστρεφε κάποια στιγμή στην Αθήνα. Έπρεπε όμως να φροντίσει για το μέλλον του καθώς η οικονομικές δυσκολίες ήταν πολλές και η ανάγκη για μια μόνιμη δουλειά που να τον εκφράζει όλο και μεγάλωνε. Αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο πιάνο και έτσι από το 1948 μέχρι το 1953 φοίτησε στην Ελληνική Μουσική Ακαδημία του Γιώργου Αρβανιτάκη, η οποία λειτουργούσε στη Λευκωσία υπό την εποπτεία του Ωδείου Αθηνών. Δάσκαλοι του οι   Γιώργος και Ελένη Μαξιούτη, Γιάγκος Μιχαηλίδης. Με την Ελένη Μαξιούτη έκανε πιάνο, με τον Γιάγκο Μιχαηλιδη θεωρητικά. 

Η ζωή του Ανδρέα Ασπρόφτα πια είχε αρχίσει να μοιράζεται μεταξύ μουσικής και ζωγραφική, μέχρι που τον κέρδισε σχεδόν ολοκληρωτικά το δεύτερο. 

 

 

Εκθέσεις

Πρώτη φορά παρουσίασε έργα ζωγραφικής στην τέταρτη Oμαδική Έκθεση της “Παγκυπρίου Eνώσεως Φιλοτέχνων” τον Αύγουστο του 1959. Το μηνιαίο περιοδικό τέχνης, Νέα Εποχή γράφει χαρακτηριστικά:. O “Mικρός”  του, με εκείνο το έξοχο εκφραστικό προσωπάκι και τους ήλιους μες τα μάτια του, τονισμένα ιδιαιτέρως από το βιολεττί (μάλλον βαθύ) χρώμα του πουκαμίσου, είναι χάρμα». (8/1959- Νέα Εποχή 1η Αυγούστου).

Είναι η περίοδος που ο Ασπρόφτας στρέφεται ολοκληρωτικά στο τοπίο και  αρχίζει πλέον να εξερευνά συστηματικά και να εμπνέεται από το κυπριακό τοπίο, τα χρώματα, τις αποχρώσεις, τις διαβαθμίσεις του φωτός. Περπατά την Κύπρο βήμα βήμα και βρίσκει τοπία που μπορούν να ανταποκριθούν στις αισθητικές του αναζητήσεις.  Κυθραία, Αμμόχωστο, Κεφαλόβρυσο, Κερύνεια, Πενταδάκτυλος, Κακοπετριά, Άλωνα, Ασκάς. Η αδυναμία του είναι το παραδοσιακό χωριό ως τοπίο και όχι ως σκηνή της καθημερινότητας. 

Πραγματοποποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στις 27 Μαίου  1961 στο χώρο της Ένωσης Νέων «Τραστ»,  στη Λευκωσία (Πανθέου 22).  Παρευρέθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο οποίος αγόρασε τρία έργα, ένα πορτραίο, μια σκηνή μαζέματος σταφυλιών και ένα έργο το οποίο παρουσίαζε μια καρέκλα πάνω στην οποία ήταν τοποθετημένο ένα ψωμί. Το συγκεκριμένο έργο κάηκε κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων που έγιναν στο Προεδρικό Μέγαρο στο πραξικόπημα του 1974. 

Η πρώτη του εκείνη ατομική έκθεση είχε εντυπωσιάσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του δημοσιογράφου Αλέκου Κωνσταντινίδη στην εφημερίδα Φιλελεύθερος: «Tο περασμένο Σάββατο άνοιξε στη μεγάλη αίθουσα του οικήματος της “Eνώσεως Nέων Tραστ”, έκθεση έργων του A. Aσπρόφτα, ενός από τους Kύπριους ζωγράφους που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται, αν δεν κάνω λάθος, για την πρώτη ατομική έκθεση του Aσπρόφτα, που πήρε προηγουμένως μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις.

H έκθεση του Aσπρόφτα περιλαμβάνει 100 λάδια, 16 ακουαρέλες και τρία σχέδια. Tο πιο μεγάλο μέρος του έργου του Aσπρόφτα αποτελούν τοπία όπου φαίνεται η επίδραση του Tηλ. Kάνθου πάνω στο νέο ζωγράφο. Στις λιγοστές συνθέσεις του και ιδίως στις “Γυναίκες” του, υπάρχει μια ολοκλήρωση στην εκτέλεση και γνήσια κυπριακή έμπνευση» .

 

Η χρυσή εποχή

Το 1960 διορίστηκε καθηγητής Τέχνης και Μουσικής στο σχολείο Terra Sanda όπου παρέμεινε μέχρι το 1966. Αυτή η περίοδος είναι η χρυσή εποχή της ζωγραφικής του Ασπρόφτα και ότι έκανε στη συνέχεια υπήρξε μια συνέχεια των έργων αυτών. Ζωγράφιζε σαν μια εσωτερική ανάγκη να εγκλωβίσει στον καμβά μοναδικές στιγμές του κυπριακού τοπίου. Η δημιουργία για τον ίδιο ήταν συγκίνηση. Ήταν η εποχή που πειραματιζόταν με τα πάντα, διάθεση που τον οδήγησε να ζωγραφίζει εκτός από λάδι, με ακουαρέλα, με μολύβι, σινική. Οι δημιουργίες του, σε μεγάλες επιφάνειες, με χρώματα που ταυτίζονται με τα πραγματικά χρώματα της φύσης, διαχέονται από λυρισμό και διάθεση ανάδειξης του κυπριακού τοπίου.

Διάλεγε συγκεκριμένες ώρες να στήσει το τριπόδι του γιατί ήθελε να πετύχει συγκεκριμένους φωτισμούς. Μάλιστα πολλές φορές εξορμούσε πρωί πρωί με το τριπόδι του, το βαλιτσάκι και τους καμβάδες και  περίμενε τις πρώτες αχτίνες του ήλιου να φωτίσουν το τοπίο για να εγκλωβίσει αυτή τη μαγική στιγμή ή περίμενε αργά το απόγευμα να ζωγραφίσει τις μεστές ακτίνες του ήλιου που έπεφταν πάνω στη γη.

Η δημιουργική παραγωγή του τον ώθησε να κάνει τη δεύτερη ατομική το 1963 Δημοτικό Μέγαρο Λεμεσού, η οποία έκανε ιδιαίτερη αίσθηση για την αυθεντικότητα τα γραφής και του λυρισμού που απόπνεε.

Ήταν η εποχή που ανέπτυξε σχέσεις φιλίας με τον Αδαμάντιο Διαμαντή, τον Τηλέμαχο Κάνθο, τον Βίκτωρα Ιωαννίδη, τον Κώστα Αβερκίου, τον Στέλιο Βότση, τον Λευτέρη Οικονόμου, τον Γιώργο Σφήκα, τον Ανδρέα Λαδόμματο, τον Ξάνθο και Φώτο Χατζησωτηρίου που επισκεπτόταν πολύ συχνά στην Αμμόχωστο.

 

Αυτό που προβλημάτιζε ήταν η αδυναμία του για να εργαστεί ως καθηγητής στη μέση εκπαίδευση αφού δεν είχε πτυχίο. Έτσι το 1967 σε ηλικία 48 χρονών εγγράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών της Περούτζια, στην Ιταλία. Με την επιστροφή από την Περούτσια διορίζεται καθηγητής τέχνης στο Grammar School. Συνεχίζει να εξερευνά το τοπίο της Κύπρου, τα χρώματα, το φως στις διάφορετικές ώρες της μέρας, διαφορετικές εποχές. Οι εξορμήσεις του σε όλη την Κύπρο συνεχίζονται. Περιμένει  συγκεκριμένη ώρα, όταν ο ήλιος θα πάρει μια συγκεκριμένη πορεία. Έτσι οργανώνει τη δεύτερη ατομική το  1967 στο ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από τις αντιθέσεις του φωτός.  Δεν τον ενδιαφέρει η  μορφή, το περιεχόμενο αλλά αυτά είναι η αφορμή για να κάνει κάτι δικό του και να προσδώσει στο τοπίο μια μεταφυσική διάσταση. 

Η μεταφυσική ήταν εκείνο που τον απασχολούσε πάντα, κάτι που επηρέασε και τη ζωγραφική. Μελετούσε  αστρολογία, αστρονομία, μεταφυσική, έργα αρχαίας γραμματείας όπως Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Μαθητής του στην Terra Santa ήταν ο Βρετανοισραηλινός Ούρι Κέλλερ (Uri Keller), αργότερα διάσημο μάγο, γνωστό για τις μεταφυσικές ιδιότητές του,  με τον οποίο ανέπτυξε ιδιαίτερη σχέση και κράτησαν επαφή στη συνέχεια. 

 

Η σχέση του με τον Βάσο Λυσσαρίδη

Στην Αθήνα, γνώρισε τον φοιτητή τότε ιατρικής Βάσο Λυσσαρίδη, καθοριστικής σημασίας γνωριμία και για τους δύο. Συναντιώνταν σε συνάξεις φοιτητών όπου συζητούσαν περί τέχνης και πολιτικής. Ο Βάσος Λυσσαρίδης είχε εντυπωσιαστεί με το ταλέντο του Ασπρόφτα και η σχέση τους συνεχίστηκε πιο στενά αργότερα στην Κύπρο. Ο Ανδρέας Ασπρόφτας ήταν ο  “δάσκαλος” του, ο άνθρωπος που υποκίνησε κατά κάποιο τρόπο, να βγει στην επιφάνεια το ταλέντο πούχε κρυμμένο.“O Aσπρόφτας επέμενε ότι πρέπει ν’ αρχίσω να ζωγραφίζω. M’ έσπρωξε να κάμω την πρώτη απόπειρα, την ανάμιξη των χρωμάτων», έλεγε ο ίδιος.

 

Εκθέσεις

Πρώτη φορά παρουσιάζει έργα του το 1959 στην Τέταρτη Ομαδική Έκθεση της  “Παγκύπριας Eνωσης  Φιλοτέχνων” στη Λευκωσία. Η πρώτη ατομική έκθεση του έγινε το 1961 στο χώρο της Ένωσης Νέων «Τραστ»,  στη Λευκωσία.  Ακολούθησε ατομική το 1963 έκθεση στο Δημοτικό Μέγαρο Λεμεσού, το 1963. Την ίδια χρονιά έκανε έκθεση το Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία και το 1967  επίσης στο Λήδρας Πάλας. Το 1983 έκανε έκθεση στη γκαλερί Γκλόρια στη Λευκωσία και το  1984  στη Λαϊκή Γειτονιά στη Λευκωσία, στην Γκαλερί Κύκλος στην Πάφο και στη γκαλερί Peter’s στη Λεμεσό. Το 1989 ο Aνδρέας Aσπρόφτας παρουσίασε ακουαρέλλες και μικρά έργα σε λάδι αποτέλεσμα της εργασίας των  τελευταίων ετών που μεσολάβησαν από την τελευταία έκθεση, το 1984.

Την 1η Φεβρουαρίου του 1996 έκανε ατομική στη γκαλερί Αποκάλυψη στη Λευκωσία όπου παρουσιάζει επιλεγμένα έργα παλαιότερης δουλειάς αλλά και πρόσφατης.   Αυτή ήταν και η τελευταία του έκθεση.

 

Πηγές

1. Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

2. Ανδρέας Ασπρόφτας- Το γνωστό και άγνωστο έργο του, Μαρίνα Σχίζα, Λευκωσία, 2008- Έκδοση Άκης Ασπρόφτας

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image