Βαρίσεια

Image

Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, στη γεωγραφική περιφέρεια της Τηλλυρίας, 8 περίπου χμ. στα δυτικά του Ξερού. Είναι τοποθετημένο πάνω στις λάβες σ’ ένα υψόμετρο 280 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού του Κάμπου, ένας δε βραχίονας διασχίζει τον οικισμό. Είναι εξαιτίας του ποτάμιου αυτού δικτύου που η κλίση του ανάγλυφου είναι προς τα ανατολικά και όχι προς τα βόρεια.

 

Πάνω στα φαιοχώματα και κάτω από μια μέση ετήσια βροχόπτωση γύρω στα 440 χιλιοστόμετρα καλλιεργούνταν πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 σιτηρά και λίγα αμπέλια, και υπήρχαν ελιές, χαρουπιές, αμυγδαλιές και συκιές.

 

Αρκετές, ωστόσο, εκτάσεις έμεναν ακαλλιέργητες. Πριν από την εισβολή η κτηνοτροφία στο χωριό περιοριζόταν σε μόνο 162 κατσίκες.

 

Το χωριό, που στα νότιά του συνορεύει με το δάσος Πάφου, συνδέεται στα ΒΑ. με τη Γαληνή, στα Β. με τον Λουτρό, ενώ στα νότια μέσω δασικών δρόμων συνδέεται με τον Κάμπο και την Τσακκίστρα.

 

Η Βαρίσεια γνώρισε σταθερή πληθυσμιακή αύξηση από το 1881 μέχρι το 1973. Συγκεκριμένα οι 60 κάτοικοι του 1881 αυξήθηκαν στους 94 το 1921, στους 128 το 1931, στους 223 το 1960 και στους 244 το 1973. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 75 
1891 60 
1901 76 
1911 84 
1921 94 
1931 128 
1946 174 
1960 223 
1973 244 

 

Η πληθυσμιακή ανάπτυξη του χωριού εξηγείται από τη γεωγραφική του θέση κοντά στις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Ξερού, το μεταλλείο της Κυπριακής Μεταλλευτικής Εταιρείας και την πλούσια γεωργική περιοχή της Μόρφου.

 

Μετά από την τουρκική εισβολή του 1974 οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι της Βαρίσειας, λόγω της γειτνίασης της με το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, εγκατέλειψαν το χωριό τους και μετακινήθηκαν σε ασφαλέστερες περιοχές της ελεύθερης Κύπρου. Το χωριό εξακολουθεί να είναι σήμερα εγκαταλειμμένο.

 

Ο οικισμός είναι διεσπαρμένου τύπου, λόγω της σχετικά ανώμαλης τοπογραφίας. Ένα ρυάκι που διασχίζει τον οικισμό διαχωρίζει σχεδόν εξίσου τις οικοδομές στο ανατολικό και το δυτικό τμήμα.

 

Η απομόνωση του χωριού σε μια απομακρυσμένη και παραμελημένη γεωγραφική περιφέρεια, με σχεδόν ανύπαρκτο οδικό δίκτυο, δεν επέτρεψε σε συγγραφείς και ταξιδιώτες να το γνωρίσουν. Συνεπώς πολύ λίγοι έγραψαν για τη Βαρίσεια. Ο Τζέφρυ αναφέρει -λανθασμένα-πως το χωριό είναι μουσουλμανικό. Ο πληθυσμός του χωριού υπήρξε χριστιανικός, έστω κι αν στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα υπήρχαν πολύ λίγες τουρκοκυπριακές οικογένειες. Ωστόσο με τη βοήθεια των βενετικών χαρτών στους οποίους το χωριό εμφανίζεται με το όνομα Vorisa μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις μεσαιωνικές του ρίζες. Ήταν πιθανότατα φέουδο ή βασιλικό κτήμα, παρόλο που δεν αναφέρεται στον κατάλογο των λουζινιανο - βενετικών φέουδων και βασιλικών κτημάτων τουντε Μας Λατρί.

 

Οι Τούρκοι, στην προσπάθειά τους να τουρκοποιήσουν όλες τις ονομασίες των κατεχομένων περιοχών της Κύπρου, μετονόμασαν και το χωριό αυτό, σε Şirinköy που μπορεί να μεταφραστεί ως γλυκό χωριό, αν και βρίσκεται εκτός του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου. Το χωριό, παρόλο που δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κατεχόμενο, ωστόσο σε χάρτες της Κύπρου που εκτύπωσαν οι Τούρκοι εμφανίζεται ν’ ανήκει στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.

 

Τοπων: Βαρίσεια, όνομα που, κατά πάσαν πιθανότητα, προέρχεται από όνομα ανδρικό, ίσως το όνομα του πρώτου οικιστή του χωριού, που λεγόταν Βαρίσιος.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image