Γκιαούρ Ιμάμης

Image

Τουρκοκύπριος αλλά ελληνικής καταγωγής από την πλευρά της μητέρας του, δηλαδή λινοπάμπακος. Στα 1833 ηγήθηκε εξέγερσης στην επαρχία Πάφου που στρεφόταν κατά των οθωμανικών αρχών του νησιού και που φαίνεται ότι συνδεόταν και με τα άλλα δυο κινήματα της ίδιας εποχής, εκείνο του Νικολάου Θησέως στο Σταυροβούνι κι εκείνο του καλόγερου Ιωαννίκιου στην Καρπασία. Ωστόσο φαίνεται ότι ο Γκιαούρ Ιμάμης εξυπηρετούσε με το κίνημά του περισσότερο τις επί της Κύπρου βλέψεις και φιλοδοξίες του ηγεμόνα της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλι, ενώ οι ηγέτες των άλλων δυο παράλληλων και σχεδόν σύγχρονων κινημάτων του 1833 βρίσκονταν σε επαφή με εκπροσώπους δυτικών δυνάμεων, και κυρίως με το γαλλικό προξενείο στη Λάρνακα, από το οποίο και βοηθούνταν. (Βλέπε Βίντεο)

 

Βλέπε λήμματα: Νικόλας Θησεύς και Ιωαννίκιος

 

Η εξέγερση

Ο Γκιαούρ Ιμάμης (που παρέμεινε γνωστός με το όνομα αυτό που του έδωσαν οι Τούρκοι επειδή θεώρησαν ότι εξυπηρετούσε με τις ενέργεές του τους Γκιαούρηδες ή και επειδή ήταν ίσως γνωστή η ελληνική του καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του, και που το πραγματικό του όνομα μας είναι άγνωστο), ήταν τότε ισχυρός παράγων στην επαρχία Πάφου- Πόλης Χρυσοχούς. Πριν από το κίνημα που δοκίμασε στα 1833, υπάρχουν μαρτυρίες ότι προέβαινε και σε ληστρικές ενέργειες για πλουτισμό, πλήττοντας αδιακρίτως Έλληνες και Τούρκους των οποίων τα πλούτη του έκαναν εντύπωση. Οι στόχοι και οι επιδιώξεις του κατά το 1833 δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένοι. Είναι φανερό ότι ένας βασικός λόγος για την εξέγερσή του ήταν οι καταπιεστικές φορολογίες, που αποτέλεσαν εξάλλου επαρκή λόγο και για αρκετά άλλα κινήματα και για σοβαρές εξεγέρσεις που προηγήθηκαν. Εντούτοις φαίνεται ότι πίσω από την εξέγερση του Ιμάμη κρύβονταν και άλλοι λόγοι. Ο Ιμάμης θεωρείται ότι είχε υποκινηθεί και υποστηριχθεί από τον τύραννο της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλι, του οποίου όμως τα συμφέροντα και οι φιλοδοξίες συγκρούονταν προς τα συμφέροντα της Αγγλίας και της Γαλλίας στην ανατολική Μεσόγειο. Τις επί της Κύπρου και της Κρήτης βλέψεις του ο Μωχάμετ Άλι είχε καταστήσει σαφείς κι επίσημες κατά το 1832, οπότε είχε υποβάλει απαιτήσεις για εκχώρηση σ' αυτόν των δυο νησιών, καθώς και της Συρίας, μετά τις στρατιωτικές του επιτυχίες κατά του σουλτάνου. Μάλιστα κατά την εποχή αυτή κυκλοφόρησαν στην Κύπρο φήμες για επικείμενη εισβολή στο νησί αιγυπτιακών στρατευμάτων. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για σύναψη ειρήνης, ο σουλτάνος με διπλωματικό ελιγμό πρόσφερε τόσο την Κύπρο όσο και την Κρήτη στην Αγγλία, όμως με όρους τους οποίους η Αγγλία απέρριψε. Η τελευταία, ωστόσο, δεν ήταν διατεθειμένη να συγκατατεθεί στην κατάληψη της Κύπρου από τον Μωχάμετ Άλι και η σιωπηρή αντιδικία Άγγλων και Αιγυπτίων εξυπηρέτησε τελικά τον σουλτάνο. Όμως οι φιλοδοξίες της Αγγλίας επί της Κύπρου δεν έπαψαν να συναγωνίζονται για λίγο ακόμη εκείνες του Μωχάμετ Άλι, παρά το ότι ο ηγεμόνας της Αιγύπτου επίσημα είχε εγκαταλείψει τις απαιτήσεις του για την Κύπρο με τη συνθήκη που υπέγραψε στις 5 Μαϊου 1833. Παράλληλα, στις κυπριακές εξελίξεις είχε αναμειχθεί κατά την ίδια εποχή και η Γαλλία, αφού φαίνεται ότι διάφορες εκθέσεις και εκκλήσεις Γάλλων διπλωματών για κατάληψη της Κύπρου είχαν βρει κάποια απήχηση στο Παρίσι όπου το ενδιαφέρον για την Κύπρο αναζωπυρώθηκε και με την υπόμνηση του προηγούμενου «φραγκικού παρελθόντος» της Κύπρου.

 

Ενώ λοιπόν τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής γύρω από την Κύπρο εξακολουθούσαν να υφίστανται, στο ίδιο το νησί έχουμε, κατά το 1833, τα δυο σύγχρονα κινήματα του Νικολάου Θησέως και του Γκιαούρ Ιμάμη, την άνοιξη του χρόνου αυτού, κι αμέσως μετά το τρίτο κίνημα, εκείνο του Ιωαννίκιου στην Καρπασία.

 

Τόσο ο Νικόλαος Θησεύς όσο κι ο Γκιαούρ Ιμάμης ηγήθηκαν μαζών ανάμεικτων, Ελλήνων και Τούρκων, μάλιστα ο Θησεύς και Ευρωπαίων της «τρίτης τάξης». Ο Ιωαννίκιος, που ακολούθησε, κινήθηκε έχοντας μαζί του και μικρό αριθμό Αλβανών μισθοφόρων που δέχθηκαν να τον ακολουθήσουν, με προοπτική να λεηλατήσουν τους κρυμμένους θησαυρούς της Αμμοχώστου που πίστευαν ότι είχαν αφήσει στην πόλη οι Βενετοί το 1571.

 

Δεν είναι απόλυτα σαφές κατά πόσο και σε ποιο βαθμό υπήρξαν συνεννοήσεις για παράλληλη δράση, μεταξύ Θησέως - Ιμάμη - Ιωαννίκιου, όμως η σχεδόν ταυτόχρονη δράση τους πείθει ότι υπήρχε μεταξύ τους επαφή, αν και ο κάθε ένας από αυτούς είχε και διαφορετικό υποκινητή. Δεν είναι, επίσης, απόλυτα ξεκαθαρισμένος ο ρόλος των ξένων πρακτόρων στα κινήματα αυτά.

 

Καταστολή των κινημάτων

Μετά την αποτυχία και καταστολή των κινημάτων, των τελευταίων μιας σειράς καθ’ όλη σχεδόν την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ο μεν Νικόλαος Θησεύς διέφυγε στο εξωτερικό με τη βοήθεια του φίλου του Μποτύ (Bottu), Γάλλου προξένου στη Λάρνακα, ο δε Γκιαούρ Ιμάμης διέφυγε στην Αίγυπτο, καταφεύγοντας κοντά στον υποκινητή του Μωχάμετ   Άλι. Ο τρίτος ηγέτης, ο καλόγερος Ιωαννίκιος Λαζίμανος, συνελήφθη ύστερα από μάχη και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία όπου υπέστη τον μαρτυρικό διά παλουκώματος θάνατο.

 

Ο Γκιαούρ Ιμάμης επέστρεψε αργότερα στην Κύπρο από την Αίγυπτο, κρυφά, με άγνωστες προθέσεις. Αναγνωρίστηκε όμως και συνελήφθη, για να καταδικαστεί σε θάνατο και ν' αποκεφαλιστεί.

 

Τα τρία αυτά κινήματα του 1833 σφραγίζουν μια ολόκληρη εποχή κατά την οποία η Κύπρος και πάλι είχε μετατραπεί σε «μήλο της έριδος» και επίκεντρο διεκδικήσεων και συμφερόντων και που τελικά κατακτήθηκε από την Aγγλία 45 χρόνια αργότερα, το 1878. Ακόμη πρέπει να σημειωθεί ότι ο τότε αρχιεπίσκοπος Κύπρου Πανάρετος, οι λοιποί Κύπριοι ιεράρχες, οι πρόκριτοι και οι προύχοντες, είχαν ταχθεί εναντίον και των τριών κινημάτων.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια