Θουπίν

Image

(Πτην.).  Λέγεται και σκλαππίν και αχουπίν και γκιώνης. Otus scops Cyprius. Οικογένεια Strigidae (Γλαυκόμορφα). Το θουπίν είναι μοναχικό και κλαψιάρικο πουλί που συχνά ακούγεται ενώ σπάνια μπορεί κανένας να το δει γιατί είναι εντελώς νυκτόβιο. Το πουλί αυτό που απαντάται στην Κύπρο, είναι το μικρότερο από τα πουλιά της οικογένειάς του. Την ημέρα κρύβεται σε τρύπες των κορμών των δέντρων, των γεφυριών και (των παλαιών κυρίως) σπιτιών, καθώς επίσης και στα κλαδιά πυκνόφυλλων δέντρων όπως τα κυπαρίσσια, οι δρύες και τα πλατάνια. Πολύ δύσκολα διακρίνεται όταν κάθεται στα κλαδιά των δέντρων, κι όταν κάποιος το πλησιάσει παραμένει ακίνητο, ανοίγει τα κίτρινα μάτια του και στρέφει μόνο την κεφαλή, προσπαθώντας να εντοπίσει την ξένη παρουσία. Ταυτόχρονα υψώνει σαν αυτιά δυο τούφες από γκριζοκαφέ φτερά που βρίσκονται πάνω από τα μάτια του.

 

Το χρώμα του είναι σταχτί με γκριζοκαφέ αποχρώσεις, η ουρά του μικρή και οι κνήμες του καλυμμένες με μικρά πτίλα. Το μέγεθός του φθάνει τα 21 εκατοστόμετρα. Κάνει τη φωλιά του συνήθως στις στέγες σπιτιών, σε τρύπες βράχων, λάκκων, γεφυριών, δέντρων κ.α., κάποτε δε χρησιμοποιεί και τις εγκαταλειμμένες φωλιές άλλων πουλιών, ιδίως των κορακοειδών. Γεννά 3 - 5 αυγά μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου. Τρέφεται με ποντικούς, μεγάλα έντομα, χρυσαλλίδες της νύκτας και σκαθάρια.

 

Το θουπίν της Κύπρου είναι από τα πιο ενδιαφέροντα γηγενή πουλιά του νησιού. Είναι υποείδος που απαντάται μόνο στην Κύπρο (γι’ αυτό φέρει και το χαρακτηριστικό όνομα Cyprius). Πέραν τούτου, ουδέποτε μεταναστεύει, όπως τα συγγενικά του είδη της Ευρώπης. Πολλά συγγενικά υποείδη απαντώνται κυρίως στην Ευρώπη, μερικά από τα οποία περνούν κι από την Κύπρο όταν μεταναστεύουν, καθ' οδόν προς και από την Αφρική. Στην Ιταλία ιδιαίτερα απαντώνται διάφορα υποείδη, όμως τόσο η Κρήτη όσο και οι Κυκλάδες έχουν το δικό τους ενδημικό υποείδος, το Otus scops Cyclatum. Τούτο, όπως αναφέρει ο col. Meinertzhagen, είναι γνήσιο υποείδος μεταξύ των ευρωπαϊκών και του κυπριακού.

 

Το θουπίν ήταν πουλί γνωστό από τα αρχαιότατα χρόνια στους Έλληνες (με την ονομασία σκῶψ), που αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο. Ο Αθήναιος εξάλλου παραδίδει μια ακριβή περιγραφή του: ...μικρότερος ἐστί γλαυκός [= της συνηθισμένης κουκουβάγιας] καί ἐπί μολυβδοφανῇ τῷ χρώματι ὑπόλευκα στίγματα ἔχει· δύο τε ἀπό τῶν ὀφρύων παρ'κάτερον κρόταφον ἀναφέρει πτερά...

 

Ο Αριστοτέλης δίνει επίσης περιγραφή του, που αναφέρεται όμως σε δυο είδη πουλιών ταυτόχρονα, γι’ αυτό και δεν είναι ακριβής: ...σκῶπες δ' οἱ μέν ἀεί πᾶσαν ὥραν εἰσίν καί καλοῦνται ἀεισκῶπες, καί οὐκ ἐσθίονται διά τό ἄβρωτοι εἶναι· ἕτεροι δέ γίνονται ἐνίοτε τοῦ φθινοπώρου, φαίνονται...

 

Η φωνή του πουλιού αυτού είναι ένας θρήνος, ένας λυγμός, μια υπόκρουση που φέρει στη μνήμη τον εξ υπαιτιότητάς του τραγικό χαμό του αγαπημένου μικρού αδελφού του Γκιώνη, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση. Γκιώνης είναι το νεοελληνικό όνομα του πουλιού. Σύμφωνα προς τον διαδεδομένο στην Ελλάδα μύθο, το πουλί ήταν αρχικά άνθρωπος, που ζούσε μαζί με την οικογένειά του κοντά σ' ένα δάσος, όπου κι έβοσκε πρόβατα, ενώ ο μικρότερος αδελφός του έβοσκε άλογα. Ένα απόγευμα με κακοκαιρία, ο μικρός αδελφός επέστρεψε από τη βοσκή με τα άλογα, που ο μεγάλος όταν τα μέτρησε είδε ότι έλειπε ένα, γιατί δεν είχε περιλάβει το τελευταίο, στο οποίο βρισκόταν καβάλα ο αδελφός του. Οργισμένος διέταξε τον αδελφό του να επιστρέψει αμέσως στο δάσος για να βρει το δήθεν χαμένο άλογο. Στο δάσος ο μικρός αδελφός σκοτώθηκε από κεραυνό κι επειδή δεν επέστρεψε, ο μεγαλύτερος ανησύχησε και βγήκε να τον αναζητήσει, φωνάζοντάς τον «Γκιώνη, Γκιώνη...». Όταν έμαθε τελικά το χαμό του αδελφού του, ήταν τόσο απαρηγόρητος ώστε παρακάλεσε τη θεά Αρτέμιδα να τον απαλλάξει από το μαρτύριό του. Η θεά τον μεταμόρφωσε τότε σε πουλί, που ωστόσο τριγυρνά ακόμη τα βράδια ψάχνοντας για το χαμένο του αδελφό, που τον φωνάζει με μονότονη λυπημένη φωνή η οποία μοιάζει με την κραυγή «Γκιώνη, Γκιώνη...».

 

Στην Κύπρο ακούγεται η φωνή του πριν από την άνοιξη, παντού, στα βουνά, στα δάση, στις πεδιάδες και στις κατοικημένες περιοχές. Επειδή το κλάμα του συμπίπτει με τον ερχομό των πρώτων χελιδονιών στο νησί, υπάρχει η παροιμία:

 

Μεν σου γελάσει το θουπίν για το σ'ελιονάτζ'ιν, τζ'αν δεν λαλήσει ο κάκαρος [=ζίζιρος, τζίτζικας] δεν έν καλοτζ'αιράτζ’ιν.

 

Επικρατούσε ακόμη στην Κύπρο η πεποίθηση ότι το θουπίν ήταν ένα από τα αρχαιότερα του κόσμου, γι’ αυτό και σε μεσαιωνικά λαϊκά τραγούδια αναφέρεται ως σύγχρονο της δημιουργίας του κόσμου:

 

Π'ἀφῆς ἐκτίστην τζ'ιβωτός τζ' ἐθεμελιώθην κόσμος,

τότες ἐδείχτην τό θουπίν τζ'αί τό σ'ελιονάτζ'ιν...

 

Το θουπίν είναι πουλί ωφελιμότατο. Όπως όλες οι κουκουβάγιες, προστατεύεται από την υπάρχουσα νομοθεσία.