Χήνα

Image

Οι χήνες συγκαταλέγονται στα μεγαλύτερα και βαρύτερα ιπτάμενα πουλιά που συναντάμε στον πλανήτη. Σε ολόκληρο τον πλανήτη συναντάμε περίπου 15 διαφορετικά είδη χηνών και επτά είδη και υποείδη κύκνων. Όλες οι χήνες και κύκνοι που υπάρχουν στον πλανήτη ανήκουν στην οικογένεια των Νησσιδών (Anatidae) όπως και όλα τα είδη πάπιας. Είναι όλα αποδημητικά πουλιά και μεταναστεύουν σε κοπάδια, πολλές φορές εκατοντάδες πουλιά μαζί.

 

Είναι υδρόβια πουλιά και τα συναντάμε παντού όπου υπάρχει νερό, σε λίμνες, φράγματα, ποταμούς, ρυάκια, βάλτους, έλη, σε περιστασιακά λιμνάζοντα νερά, ακόμα και στη θάλασσα. Πρόκειται για παμφάγα πουλιά που τρέφονται με υδρόβια φυτά, χόρτα, σπόρους, αμφίβια, έντομα, σκουλήκια και ψάρια.

 

 

Στην Κύπρο δεν έχουμε πολλά νερά και λίμνες, εντούτοις συναντάμε τέσσερα είδη χήνας και ένα είδος κύκνου, όμως όλα τα είδη δεν αναπαράγονται εδώ αφού είναι αρκετά σπάνια για τον τόπο μας. Όλα τα είδη χηνών και κύκνων φτιάχνουν τη φωλιά τους στο έδαφος κοντά σε νερό. Τοποθετούν στη φωλιά τους μαλακά πούπουλα και γεννούν από πέντε μέχρι και 12 αβγά αναλόγως του είδους. Τα μικρά τους αμέσως μετά την εκκόλαψη είναι ικανά να ακολουθούν τη μητέρα τους, να κολυμπούν και να τρέφονται μόνα τους.

 

Παρά το μεγάλο τους μέγεθος τα πουλιά αυτά είναι εξαιρετικοί κολυμβητές καθώς διαθέτουν στα πόδια τους μεμβράνες και μπορούν να τα χρησιμοποιούν σαν κουπιά.

 

Εχθροί αυτών των πουλιών είναι όπως πάντα οι άνθρωποι που σε αρκετές χώρες τα κυνηγούν ανελέητα για το κρέας τους αλλά και για τα μαλακά τους πούπουλα τα οποία χρησιμοποιούν για στρώματα και μαξιλάρια, καθώς και για την καταστροφή των φυσικών βιότοπων τους. Από φυσικούς παράγοντες τα πουλιά αυτά κινδυνεύουν λόγω του ότι φωλιάζουν στο έδαφος όπως επίσης τα αβγά και οι νεοσσοί τους από αρπακτικά πουλιά και σαρκοφάγα ζώα, όπως αλεπούδες και τσακάλια.

 

 

Τα είδη χήνας

Τα είδη άγριας χήνας και κύκνων που συναντάμε στον τόπο μας είναι:

 

  1. Greater White-fronted Goose (Anser albifrons) (Scopoli, 1769) ασπρομέτωπη χήνα.
  2. Greylag Goose (Anser anser) (Linnaeus,1758) σταχτόχηνα.
  3. Red-breasted goose (Branta ruficollis) (Pallas,1769) κοκκινόχηνα.
  4. Egyptian goose (Alopochen aegyptiaca) (Linnaeus, 1766) αιγυπτιακή χήνα.
  5. Mute swan (Cygnus olor) (Gmelin, 1789) βουβόκυκνος.

 

Η ασπρομέτωπη χήνα αναφέρεται κάθε χρόνο στην Κύπρο κυρίως από τις δύο μεγάλες λίμνες επεξεργασίας λυμάτων στη Λάρνακα, καθώς εδώ και αρκετά χρόνια οκτώ με δέκα πουλιά έρχονται το φθινόπωρο και διαχειμάζουν εκεί.Για πρώτη φορά, σύμφωνα προς τα υπάρχοντα στοιχεία, παρέμεινε στην Κύπρο σε μικρούς αριθμούς την άνοιξη του 1984 και γέννησε στα λιμνάζοντα νερά της «πράσινης γραμμής» μεταξύ Αγλαντζιάς και περιοχής ΣΟΠΑΖ. 

 

Η σταχτόχηνα είναι η μεγαλύτερη σε μέγεθος από όλες τις χήνες που συναντάμε στην Κύπρο και αποτελεί τον πρόγονο της εξημερωμένης (οικόσιτης) χήνας Domestic geese (Anser anser domesticus) που απαντά σε όλα σχεδόν τα αγροκτήματα σε ολόκληρο τον κόσμο. Η τελευταία αναφορά του είδους αυτού ήταν (περίπου 40 πουλιά) στις 19 Φεβρουαρίου του 2017 στις δύο μεγάλες λίμνες επεξεργασίας λυμάτων στη Λάρνακα.

 

 

Η κοκκινόχηνα είναι μία από τις μικρότερες αγριόχηνες σε μέγεθος αλλά και η πιο όμορφη αγριόχηνα του κόσμου, και συγκαταλέγεται στα είδη που κινδυνεύουν με αφανισμό. Αποτελεί και αυτή σπάνιο είδος για τον τόπο μας με μόλις οκτώ  αναφορές μέχρι στιγμής. Οι κοκκινόχηνες φωλιάζουν στη Σιβηρία, στην Αρκτική Τούνδρα. Η τελευταία και όγδοη αναφορά τους είδους αυτού ήταν στις 6 Νοεμβρίου το 2015 στις δύο μεγάλες λίμνες επεξεργασίας λυμάτων (Larnaca Sewage Works pools) στη Λάρνακα οι οποίες βρίσκονται πίσω από το αεροδρόμιο στην περιοχή Μενεού. Η προτελευταία έβδομη αναφορά του είδους αυτού ήταν πριν 19 χρόνια. Οι λίμνες αυτές φιλοξενούν εκτός από χήνες, φλαμίνγκο και χιλιάδες άλλα αποδημητικά πουλιά, στις οποίες μερικά από αυτά είναι πολύ σπάνια για την Κύπρο. Το Τμήμα Δασών έχει φτιάξει εκεί παρατηρητήριο πτηνών όπου το επισκέπτονται πολλοί ξένοι άλλα και ντόπιοι παρατηρητές και φωτογράφοι άγριων πτηνών.

 

Η αιγυπτιακή χήνα έχει μόνο τέσσερις αναφορές για την Κύπρο και η τελευταία αναφορά ήταν από το φράγμα του Ασπρόκρεμμου στις 6 Σεπτεμβρίου του 2014. Πρόκειται καθαρά για αφρικανικό είδος αλλά λόγω του εντυπωσιακού της παρουσιαστικού, η αιγυπτιακή χήνα έχει εισαχθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ακόμη και στην Ασία και την Αμερική, ενώ σε πολλές άλλες χώρες αποτελεί έκθεμα των ζωολογικών κήπων.

 

Στην Αίγυπτο, αγριόχηνες τριών ειδών (η Anser albifrons, η Branta ruficollis και ίσως η Anser fabalis) είναι θαυμάσια ζωγραφισμένες στο Medum, στον τάφο Νε-φερ-Μαατ.

 

Ο βουβόκυκνος είναι εντυπωσιακό κατάλευκο πουλί (όταν είναι ώριμο) και έχει περίπου δέκα αναφορές για την Κύπρο, η τελευταία φορά ήταν στις 19 Δεκεμβρίου του 2011 στις Κλαψίδες στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Το 1985 έφτασαν στην αλυκή Λάρνακας μερικοί βουβόκυκνοι και αποτέλεσαν πόλο έλξης για εκατοντάδες ανθρώπων που έσπευσαν μαζικά για να τους δουν. Οι κύκνοι ήταν τόσο εξοικειωμένοι με τους ανθρώπους που ο κόσμος τους τάιζε με το χέρι.

 

Στην Κύπρο έχουν αναφερθεί ακόμα μερικά είδη χήνας και κύκνου αλλά είναι εξαιρετικά σπάνια για την Κύπρο με μία ή δύο αναφορές και θεωρούνται ως τυχαίοι επισκέπτες.

 

 

Αρχαιότητα και λαϊκές ονομασίες 

Με τα λαϊκά κυπριακά τους ονόματα είναι γνωστές οι άγριες χήνες κυρίως στους χωρικούς που κατοικούσαν κοντά σε λίμνες και βαλτότοπους (όπως οι δυο αλυκές και οι βαλτότοποι του Συριανοχωριού και των Κουκλιών της Αμμοχώστου) καθώς και σε κυνηγούς.

 

Ονομάζονται κολοκοσ΄ήνες εξαιτίας του μεγάλου μεγέθους τους και των μικρών ποδιών τους (έτσι αποκαλούνται και οι παχουλές και κοντές γυναίκες). Το περπάτημά τους είναι ασταθές, όπως του μεθυσμένου. Είναι γνωστότατα πουλιά από τα αρχαία χρόνια. Ο Αριστοτέλης τα περιγράφει ως εξής: ...ἔχουσί τι διά μέσον τῶν σχισμάτων πόδας, στόμαχον εὐρύν καί πλατύν ὅλον αἰδοῖον φανερώτερον ὃταν ἡ  ὀχεία πρόσφατος ἦ˙  ὀχευθεῖσαι κατακολυμβῶσιν αἱ θήλειαι ἐπωάζουσι μόναι, καί διαμένουσι διά παντός ἐφεδρεύουσαι, ὃταν περ ἄρξωνται τοῦτο ποιεῖν, ἐπωάζει περί τριάκονθ' ἡμέρας. Ο δε Αιλιανός γράφει για τη μετανάστευσή τους: Οἱ δε χῆνες διαμείβοντες τόν Ταῦρον τό ὄρος δεδοίκασι τούς ἀετούς, καί ἕκαστος γε αὐτῶν λίθον ἐνδακόντες, ἵνα μή κλάζωσιν, ὥσπερ οὖν ἐμβαλόντες σφίσι στόμιον, διαπέτονται σιωπῶντες καί τούς ἀετούς τά πολλά ταύτῃ διαλανθάνουσι.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image