Λατσιά

Image

Μεγάλο αμιγές ελληνικό χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, περί τα 8 χμ. νότια της πόλης της Λευκωσίας. Τα Λατσιά, που συγκαταλέγονται στους δήμους της επαρχίας Λευκωσίας,  καταλαμβάνουν διοικητική έκταση 16,3 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

 

Το χωριό είναι κτισμένο σε μέσο υψόμετρο 190 μέτρων. Το υψόμετρο από τα 165 μέτρα στα βόρειά του σύνορα, αυξάνεται στα 190 μέτρα κοντά στον οικισμό και στα 270 μέτρα κοντά στα νότιά του σύνορα. Στα νοτιοδυτικά του χωριού, στις τοποθεσίες Ασπροχώματα και Τρία Μουττάρκα, το ανάγλυφο είναι έντονα λοφώδες και το υψόμετρο φθάνει τα 300 μέτρα. Το τοπίο είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του Καλόγηρου, παραπόταμου του Πηδιά.

 

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση των Λατσιών κυριαρχούν οι αποθέσεις του σχηματισμού Αθαλάσσας (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες και άμμοι), οι αποθέσεις των αναβαθμίδων (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες, άμμοι και χαλίκια), οι αποθέσεις του σχηματισμού Λευκωσίας (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες, μάργες, κροκάλες και ψαμμίτες) και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν ερυθρογαίες και ξερορεντζίνες.

 

Η πλεονεκτική γεωγραφική θέση του χωριού, σε μικρή απόσταση από το μεγάλο αστικό κέντρο της Λευκωσίας, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην αξιόλογη οικιστική, βιομηχανική, γεωργική και κτηνοτροφική του ανάπτυξη.

 

Τα Λατσιά δέχονται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 340 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή τους καλλιεργείται μια μεγάλη ποικιλία εποχιακών και μόνιμων καλλιεργειών που περιλαμβάνουν αμπέλια, εσπεριδοειδή, φρουτόδεντρα, αμυγδαλιές, λίγα λαχανικά, ελιές, χαρουπιές, λίγες πιστακιές και καρυδιές, σιτηρά (κυρίως κριθάρι), λίγα όσπρια, νομευτικά φυτά και λίγα άνθη. Στην περιοχή του χωριού έχουν ανορυχθεί γεωτρήσεις, η αξιοποίηση των οποίων συνέβαλε στην άρδευση έκτασης γης 66 εκταρίων το 1985.

 

Αρκετά ανεπτυγμένη είναι και η κτηνοτροφία του χωριού.

 

Μια άλλη σημαντική οικονομική δραστηριότητα των Λατσιών είναι η βιομηχανική. Είναι πολύ λίγα τα χωριά της Κύπρου που έχουν ανεπτυγμένα τόσα είδη βιομηχανίας και τόσες πολλές βιομηχανικές μονάδες. Στο χωριό δημιουργήθηκαν και λειτουργούν 3 βιομηχανικές ζώνες. Τα κυριότερα είδη βιομηχανίας που αναπτύχθηκαν είναι τα ακόλουθα: ελαιουργία, τυροκομία, ζωοτροφές και πτηνοτροφές, παγωτά, αρτοποιία, παστερίωση και εμφιάλωση γάλακτος, ποτοποιία, υφαντουργία, ραπτική γυναικείων ενδυμάτων, βαλιτσοποιία, κατασκευή δερματίνων ειδών, υποδηματοποιία, ξυλουργεία, κατασκευή πατωμάτων, βιομηχανία χάρτη, κατασκευή ξύλινων επίπλων, λιθογραφία, τυπογραφία, γεωργικά φάρμακα, αρώματα και καλλυντικά, είδη από ελαστικό, πλαστικά προϊόντα, μηχανουργεία και χυτήρια, προϊόντα μετάλλου, μη μεταλλικά ορυκτά προϊόντα, και υπηρεσίες επιδιορθώσεως (επισκευή αυτοκινήτων, γεωργικών μηχανημάτων και μοτοσυκλετών). Η βιομηχανική ανάπτυξη συνεχίστηκε και μετά το 1982 με την εγκατάσταση και λειτουργία νέων βιομηχανικών μονάδων στις βιομηχανικές ζώνες του χωριού.

 

Τα Λατσιά εξυπηρετούνται μ' ένα πολύ καλό συγκοινωνιακό δίκτυο.

 

Βρίσκονται δίπλα στον παλαιό δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού και σε πολύ μικρή απόσταση από τον καινούργιο δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού. Οι δρόμοι αυτοί συνδέουν το χωριό με τα αστικά κέντρα της Λευκωσίας και της Λεμεσού. Εξάλλου τα Λατσιά συνδέονται επίσης στα ανατολικά με το γειτονικό χωριό Γέρι (περί τα 4,5 χμ).

 

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 17 
1891 40 
1901 47 
1911 48 
1921 53 
1931 330 
1946 179 
1960 485 
1973 1.108 
1976 2.163 
1982 7.558 
1992 10.015 
2001 12.195 
2011 16.774
2021 18.579

 

Η μικρή απόσταση του χωριού από το μεγάλο αστικό κέντρο της Λευκωσίας, η πολύ καλή οδική του σύνδεση και η αξιόλογη βιομηχανική, γεωργική και κτηνοτροφική του ανάπτυξη, υπήρξαν παράγοντες που συνέβαλαν αποφασιστικά και στην πληθυσμιακή του αύξηση, που υπήρξε ιδιαίτερα εντυπωσιακή μετά το 1946.  Οι πληθυσμιακές αυξήσεις μετά το 1974 οφείλονται επίσης, σε μεγάλο βαθμό, στην εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Ελληνοκυπρίων προσφύγων. Στα Λατσιά δημιουργήθηκαν τρεις κυβερνητικοί συνοικισμοί στέγασης προσφύγων καθώς και δύο συνοικισμοί αυτοστέγασης προσφύγων σε κυβερνητικά οικόπεδα. Ένα μεγάλο μέρος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού που δεν απασχολείται στη γεωργία, τη κτηνοτροφία και τις τοπικές βιομηχανίες, διακινείται για εργοδότηση στη Λευκωσία.

 

Τα Λατσιά διαχωρίζονται σε τρεις ενορίες: τον Άγιο Γεώργιο, τον Άγιο Ελευθέριο και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.

 

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει σταθερή ζήτηση οικοπέδων στην περιοχή των Λατσιών, η οποία εντάθηκε μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Η προτίμηση για επενδύσεις και εγκατάσταση στα Λατσιά ήταν το αποτέλεσμα της σχετικά χαμηλής τιμής της γης σε συνδυασμό με τη μικρή απόστασή τους από το αστικό κέντρο της Λευκωσίας και τους παραδοσιακούς χώρους εργασίας, καθώς και μια τάση φυγής από το κέντρο προς την περιφέρεια.

 

Τα Λατσιά δεν αναφέρονται από τους μεσαιωνικούς χρονογράφους, αφού δεν φαίνεται να είχαν συνδεθεί με σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Ο οικισμός όμως υφίστατο κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το χωριό βρίσκεται σημειωμένο σε χάρτες του 16ου αιώνα ως Lachia. Η γραφή αυτή, που απαντάται και σε μεταγενέστερους χάρτες, του 17ου και 18ου αιώνα, είναι ορθότερη από τη γραφή Laxia που καθιέρωσε στον χάρτη του ο Κίτσενερ μετά την αγγλική κατοχή της Κύπρου και που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα σε ξενόγλωσσους χάρτες και επιγραφές (αν και πρόσφατα, έχει επίσημα καθιερωθεί η γραφή Latsia, που είναι και η πιο ορθή).

 

Λατσίν  (το), σημαίνει το μικρό (αβαθές) πηγάδι, αβαθής λάκκος. Είναι, δηλαδή, υποκοριστικό του λάκκος. Συνεπώς τα Λατσιά πήραν την ονομασία αυτή επειδή στην περιοχή τους υφίσταντο στα παλαιά χρόνια πολλοί αβαθείς λάκκοι (λακκούδκια) για άρδευση και για να πίνουν νερό τα ζώα που έβοσκαν εκεί. Και πράγματι, στην περιοχή τα υπόγεια νερά βρίσκονται σε μικρό βάθος. Για τον ίδιο λόγο απέκτησε την ονομασία του και το Λατσίν στον κόλπο της Πόλης Χρυσοχούς, ενώ η ίδια ονομασία απαντάται ως τοπωνύμιο και σε αρκετά άλλα μέρη της Κύπρου. Μια δεύτερη ερμηνεία, ότι το χωριό πήρε την ονομασία του από τη λέξη λαξιά  (η) που σημαίνει κοιλότητα μεταξύ βουνών ή λόφων, δεν φαίνεται να ευσταθεί επειδή πουθενά δεν αναφέρεται η ονομασία του χωριού σε γένος θηλυκό, κι επειδή η μορφολογία της περιοχής δεν δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Η άποψη, πάλι, του J.C. Goodwin, πως τόσο η ονομασία Λατσιά (τα), όσο και η ονομασία Λατσίν (το), ίσως προέρχεται από το θαμνώδες γνωστό δέντρο της Κύπρου, την λατζ'ιάν, δεν ευσταθεί. Κι αυτό επειδή δεν υπάρχουν λατζ'ιές στην περιοχή, αλλά κι αν υπήρχαν, θα έδιναν το τοπωνύμιο Λατζ'ιερή (η), που σημαίνει τοποθεσία με λατζ'ιές (όπως αγκαθθερή, μαζερή κλπ.), κι όχι Λατσιά (τα).

 

Πιθανόν κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας τα Λατσιά να ήσαν μικρό φέουδο που κατασχέθηκε από τους Τούρκους μετά την τουρκική κατάκτηση της Κύπρου το 1570-71. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πάντως, αναφέρεται ότι το χωριό ήταν τσιφλίκι που για κάποιο διάστημα ανήκε σε κάποιον Τούρκο αγά, τον Κκιόρογλου. Η τοπική παράδοση λέγει πως ο Κκιόρογλου αυτός το παραχώρησε σχετικά φθηνά, σε κατοίκους του χωριού Λυθροδόντας, αρχικά βοσκούς. Με τον καιρό όμως κι άλλοι κάτοικοι του Λυθροδόντα απέκτησαν γη στην περιοχή, μετοίκησαν εκεί και δημιούργησαν τις μεγάλες φυτείες από ελιές. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι οι Λυθροδοντιάτες είχαν ιδρύσει τα Λατσιά, αφού αποδεικνύεται πως ο οικισμός υφίστατο πριν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ο αναφερόμενος Κκιόρογλου θα πρέπει να ήταν ο ιδιοκτήτης μεγάλων εκτάσεων γης στην περιοχή, που όταν τις πώλησε σε Λυθροδοντιάτες, οι τελευταίοι ενίσχυσαν με την παρουσία τους τον οικισμό και τον αναζωογόνησαν, αλλά δεν τον ίδρυσαν.

 

Η καλλιέργεια της ελιάς πάντως, και μάλιστα σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, ίσως να αποτελεί στοιχείο που συσχετίζει τα Λατσιά με τον Λυθροδόντα. Στην περιοχή των Λατσιών φαίνεται ότι υπήρχαν εκτεταμένοι αμπελώνες παλαιότερα — ίσως κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας οπότε η παραγωγή κρασιού ήταν πολύ επιθυμητή από τους φεουδάρχες — κι ως σήμερα διατηρούνται τα κατάλοιπα ενός ληνού.

 

Απομεινάρια του παλαιού οικισμού των Λατσιών είναι και τα δυο ερειπωμένα ξωκλήσια προς τα δυτικά, της Αγίας Μαρίνας και της Αγίας φωτεινής, αλλά κι ενός τρίτου που είναι γνωστό ως Παλιοεκκλησιά. Η σημερινή παλαιά εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιο και αναφέρεται ότι είχε κτιστεί από κάποιον Καποδίστρια. Στον άγιο Γεώργιο είναι αφιερωμένη και η σύγχρονη εκκλησία του χωριού. Παλαιά ίχνη του αρχικού οικισμού δεν σώζονται. Έχουν όμως επισημανθεί αρχαιότητες στην ευρύτερη περιοχή του χωριού, που όμως δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί συστηματικά. Επίσης στην ίδια περιοχή υπάρχουν ανάμεσα στα πετρώματα και πολλά θαλάσσια όστρακα, στα οποία κάνει αναφορά κι ο Γκάννις. Τέτοια όστρακα, που απαντώνται και σε άλλες περιοχές, αποτελούν μια ακόμη απόδειξη ότι η Κύπρος είχε «αναδυθεί» από τη θάλασσα, όπως εξηγείται στο λήμμα γεωλογία.

 

Τα Λατσιά δεν αναφέρονται να είχαν σχολείο πριν από την αγγλική κατοχή της Κύπρου. Τούτο ίσως εξηγείται από τη σχέση τους με τον Λυθροδόντα, στον οποίο φαίνεται να φοιτούσαν τα παιδιά τότε. Σήμερα στα Λατσιά λειτουργούν ένα Γυμνάσιο, ένα Λύκειο και τέσσερα δημοτικά σχολεία.

 

Εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Λατσιών βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού Σκοπευτηρίου που θεωρούνται πολύ υψηλών προδιαγραφών και συχνά φιλοξενούνται εκεί Παγκόσμιοι και Ευρωπαϊκοί αγώνες. Στην περιοχή Λατσιών βρίσκεται επίσης το Κέντρο Αθλοπαιδιών της Τράπεζας Κύπρου.

 

Επίσης το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου στεγάζεται στα Λατσιά, μαζί με παράρτημα του Πανεπιστημίου Κύπρου. Τα Λατσιά διαθέτουν και Δημοτικό Θέατρο χωρητικότητας 576 θεατών.

 

Τα Λατσιά ανακηρύχθηκαν σε δήμο ύστερα από το αποτέλεσμα δημοψηφίσματος που έγινε στις 23.2.1986. Μέχρι τότε λειτουργούσε συμβούλιο βελτιώσεως. Ο δήμος Λατσιών συνορεύει με την Αγλαντζιά, τον Στρόβολο, την Κάτω Λακατάμια, το Τσέρι, το Δάλι και το Γέρι.

 

Το 1994 η Μόνιμος Επιτροπή Τυποποιήσεως Κυπριακών Γεωγραφικών Ονομάτων υιοθέτησε για τον οικισμό αυτό την ονομασία Λακκιά, τα. Ωστόσο οι ίδιοι οι κάτοικοι των Λατσιών αντέδρασαν δυναμικά και έντονα και απέρριψαν την τυποποιημένη αυτή ονομασία του οικισμού, σε συνεργασία μάλιστα και με τους κατοίκους του προαστίου της Λευκωσίας Αγλαντζιά, για το οποίο επίσης η Επιτροπή υιοθέτησε την ονομασία Αγλαγγιά. Οι Δήμοι τόσο των Λατσιών όσο και της Αγλαντζιάς συνεργάστηκαν και απέρριψαν από κοινού τις προτεινόμενες νέες επίσημες ονομασίες των αντιστοίχων οικισμών.

Φώτο Γκάλερι

Image