«Πράξεις των Αποστόλων»

Image

Το πέμπτο βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Το περιεχόμενό του αναφέρεται στην ίδρυση της Χριστιανικής Εκκλησίας, στα Ιεροσόλυμα, την ημέρα της Πεντηκοστής και στην εξάπλωσή της στην Παλαιστίνη και τα άλλα ειδωλολατρικά έθνη, με τη δράση των αποστόλων. Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται, σε γενικές γραμμές, κυρίως η δράση των δυο κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου και ιδίως του δευτέρου.

 

Συγγραφέας των «Πράξεων των Αποστόλων» είναι ο ευαγγελιστής Λουκάς, που συνέθεσε το έργο για χάρη του Θεοφίλου, ενός διακεκριμένου προσώπου της εποχής του. Ο Λουκάς, που είναι ο συγγραφέας και του τρίτου βιβλίου της Καινής Διαθήκης, του «Κατά Λουκάν Ευαγγελίου», υπήρξε στενός και αγαπητός συνεργάτης του αποστόλου Παύλου, τον οποίο συνόδευσε σε ορισμένες περιοδείες του, φθάνοντας μαζί του μέχρι τη Ρώμη.

 

Οι Πράξεις γράφτηκαν πιθανώς το 62 μ.Χ. και οπωσδήποτε πριν από το 64 γιατί σ’ αυτές δεν αναφέρεται τίποτε για τον μαρτυρικό θάνατο των δυο κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου που συνέβη στη Ρώμη το 64 μ.Χ. Καλύπτουν έτσι τα γεγονότα μεταξύ 33 και 62/63 μ.Χ.

 

Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται συχνά η Κύπρος όπως και Κύπριοι που είχαν σχέση με τις προσπάθειες οργάνωσης της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας. Οι αναφορές αυτές μπορούν να χωριστούν στις ακόλουθες κατηγορίες: Η ιεραποστολική δράση του Κυπρίου αποστόλου Βαρνάβα έξω από την Κύπρο˙ η πρώτη ιεραποστολή του Βαρνάβα με τον Παύλο στην Κύπρο˙ η δεύτερη επίσκεψη του Βαρνάβα στην Κύπρο˙ άλλοι Κύπριοι ή ξένα πρόσωπα που είχαν σχέση με την Κύπρο.

 

Ο Βαρνάβας*, όνομα που σημαίνει «γιος της παρηγοριάς» και που του δόθηκε από τους αποστόλους, ήταν λευίτης, λεγόταν Ιωσής και καταγόταν από την Κύπρο. Όταν δέχθηκε τον Χριστιανισμό, πιθανώς το 34 μ.Χ., πούλησε το χωράφι που είχε και κατέθεσε το ποσόν που εισέπραξε στα πόδια των αποστόλων (Πράξεις, 4. 36 37). Αργότερα, το 37 μ.Χ., εστάλη από την Ιερουσαλήμ στην Αντιόχεια για να εδραιώσει την πίστη των νεοφώτιστων ελληνόφωνων Ιουδαίων της πόλης που είχαν προσηλυτισθεί από Κυπρίους και Κυρηναίους. Ο Βαρνάβας πέτυχε στο έργο αυτό και επιπλέον πρόσθεσε νέους πιστούς στην Εκκλησία (11.20-24). Το 42 πήγε στην Ταρσό και έφερε τον Παύλο στην Αντιόχεια. Εκεί δίδαξαν μαζί για ένα χρόνο. Τότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το όνομα «Χριστιανοί». Κατά τη διάρκεια λιμού, το 44 μ.Χ., στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κλαύδιου, οι Χριστιανοί της Αντιόχειας έκαμαν εισφορές για τους αδελφούς τους στην Ιουδαία και τις έστειλαν σ’ αυτούς με τον Βαρνάβα και τον Παύλο (11.27-30). Επιστρέφοντας οι δυο απόστολοι έφεραν μαζί τους και τον Ιωάννη, που επονομάστηκε Μάρκος (12.25).

 

Πριν από τους αποστόλους Βαρνάβα και Παύλο, γράφουν οι Πράξεις (11.19), κήρυξαν τον Χριστιανισμό στην Κύπρο μερικοί από τους πιστούς που διασκορπίστηκαν έπειτα από το μαρτύριο του Στεφάνου. Αυτοί κήρυτταν μόνο στους Ιουδαίους της Κύπρου. Το 45, κατά τη διάρκεια λειτουργίας στην Αντιόχεια, το Άγιο Πνεύμα ζήτησε την έναρξη του ιεραποστολικού έργου από τον Παύλο και τον Βαρνάβα. Κι αυτοί, περνώντας από τη Σελεύκεια, διαπεραιώθηκαν στην Κύπρο. Κήρυξαν πρώτα στη Σαλαμίνα, στις συναγωγές των Ιουδαίων. Ακολούθως, διασχίζοντας το νησί, έφθασαν έως την Πάφο, όπου με τη διδασκαλία τους και με το θαύμα του Παύλου, μετέστρεψαν στον Χριστιανισμό ακόμη και τον Ρωμαίο ανθύπατο της Κύπρου. Οι λεπτομέρειες του γεγονότος εκτίθενται στο λήμμα Βαριησούς.

 

Φεύγοντας από την Κύπρο οι Παύλος και Βαρνάβας πέρασαν από την Πέργη της Παμφυλίας και έφθασαν στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εκεί έκαμαν νέους πιστούς, καταδιώχθηκαν όμως από Ιουδαίους και έφθασαν στο Ικόνιο, όπου προσηλύτισαν επίσης πολλούς Ιουδαίους και Έλληνες. Εξαιτίας όμως της διαμάχης ανάμεσα στους προσηλυτισθέντες και τους αμετάπειστους Ιουδαίους και του κινδύνου να λιθοβοληθούν, οι απόστολοι εγκατέλειψαν το Ικόνιο και κατέφυγαν στα Λύστρα, τη Δέρβη της Λυκαονίας, όπου συνέχισαν το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Στη συνέχεια, μέσω Αττάλειας, κατέληξαν στην Αντιόχεια (14.1-7, 25-28).

 

Οι Πράξεις αφηγούνται επίσης εν εκτάσει την πρώτη αποστολική σύνοδο (49 μ.Χ.) στην Ιερουσαλήμ, όπου συζητήθηκε το θέμα της περιτομής των πιστών. Σ’ αυτήν έλαβαν μέρος και οι Παύλος και Βαρνάβας και υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να απαιτείται περιτομή από τους πιστούς.

 

Τον ίδιο χρόνο, και ενώ βρίσκονταν στην Αντιόχεια, ο Παύλος πρότεινε στον Βαρνάβα να επισκεφθούν τους αδελφούς τους σε κάθε πόλη, όπου είχαν κηρύξει. Διαφώνησαν όμως στο θέμα της συμπερίληψης και του Ιωάννη-Μάρκου στην αποστολή και έτσι ο Βαρνάβας με τον Μάρκο έφυγαν για την Κύπρο χωρίς τον Παύλο. Οι Πράξεις περιορίζονται στην πληροφορία αυτή και δεν αναφέρουν την πλούσια δράση του Βαρνάβα στην Κύπρο κατά τη δεύτερη αυτή επίσκεψη ούτε τον μαρτυρικό του θάνατο, που συνέβη το 56 ή 57 μ.Χ. στην κυπριακή Σαλαμίνα.

 

Άλλα πρόσωπα σχετικά με την Κύπρο που αναφέρονται στις Πράξεις των Αποστόλων είναι: Ο Μνάσων*, Κύπριος μαθητής των αποστόλων. Ο Μνάσων είχε φθάσει με τον απόστολο Παύλο στην Ιερουσαλήμ και αργότερα επρόκειτο να φιλοξενήσει τους αποστόλους στο σπίτι του στην Καισάρεια. Ο Τυχικός* απεσταλμένος του Παύλου στην Κύπρο και αργότερα επίσκοπος Νεαπόλεως Κύπρου (20.4). Τέλος οι Πράξεις γράφουν (27.25) ότι κατά το πρώτο ταξίδι του προς τη Ρώμη ο Παύλος πέρασε πλάι στις ακτές της Κύπρου.