Φιλόθεος Ιερείδης

Image

Κύπριος αρχιμανδρίτης. Γεννήθηκε το 1895 στο χωριό Καπέδες της επαρχίας Λευκωσίας. Σε ηλικία 12 χρόνων εντάχθηκε στους δοκίμους της μονής Μαχαιρά. Με έξοδα της μονής σπούδασε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο από όπου αποφοίτησε το 1918 και ακολούθως με υποτροφία της Αρχιεπισκοπής Κύπρου συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1918-1922) και στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου παρακολούθησε φιλοσοφία και θεολογία (1924-1926). Την ίδια χρονιά επέστρεψε στην Κύπρο και τοποθετήθηκε από τον αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ' (1916-1933) ιεροκήρυκας στην Αρχιεπισκοπή. Την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και προχειρίσθηκε σε αρχιμανδρίτη. Διάκονος είχε χειροτονηθεί από το 1916, κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.

 

Στην Κύπρο ο Φιλόθεος παρέμεινε μέχρι το 1935 και υπηρέτησε ως πρόεδρος του εκκλησιαστικού δικαστηρίου, γραμματέας της Ιεράς Συνόδου και αντιπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής σε διάφορα συμβούλια. Την ίδια περίοδο δημοσίευσε πολλές μελέτες του στο περιοδικό της Εκκλησίας της Κύπρου Απόστολος Βαρνάβας, στο οποίο διετέλεσε για κάποιο διάστημα (1.1.1929-29.8.1929) διευθυντής. Εξέδωσε επίσης τα ακόλουθα έργα:

 

  1. Ὑπόμνημα είς τήν Τρίτην Ἐπιστολήν Ἰωάννου, Πειραιάς, 1927
  2. Ἠθική ἂνευ θρησκείας (μετάφραση από την αγγλική), Λευκωσία, 1927
  3. Ἡ περί ἐλεημοσύνης ἀντίληψις καί πράξις ἐν τῇ Παλαιᾷ καί Καινῇ Διαθήκῃ, Λευκωσία, 1927
  4. Μελέτη ἐπί τῆς κριτικῆς τοῦ κειμένου τῆς Καινῆς Διαθήκης, Αθήναι, 1928.

 

Το 1935 ο Φιλόθεος μετέβη στην Αφρική και εντάχθηκε στους κληρικούς του πατριαρχείου Αλεξανδρείας.

 

Υπηρέτησε για αρκετό χρονικό διάστημα ως ιερατικός προϊστάμενος Πραιτώριας, καθώς και ως πατριαρχικός επίτροπος Ταγκανίκας, Κένυας και Ουγάνδας. Το 1945 κλήθηκε από τον τότε πατριάρχη Χριστόφορο και ανέλαβε ιεροκήρυκας του Θρόνου και διευθυντής του περιοδικού του πατριαρχείου Πάνταινος. Πέθανε τον Ιούλιο του ιδίου έτους σε ηλικία 50 χρόνων.