Αρμένιοι

Νεότεροι χρόνοι

Image

Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει ( Ιστορία Χρονολογική... σ. 395) ότι η εκκλησία των Αρμενίων στη Λευκωσία «κατ' έτος εις σημείον υποταγής προσφέρει εις τον μακαριώτατον άρχιεπίσκοπον δῶρον τι, ώς κανονικόν».

 

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η αρμενική κοινότητα της Κύπρου είχε μειωθεί σημαντικά και σχεδόν εξαφανιστεί. Τούτο οφείλεται σε μετανάστευση εξαιτίας των συνθηκών που δημιουργήθηκαν, αλλά και στο ότι αρκετοί απ' αυτούς έγιναν, όπως και πολλοί Έλληνες, κρυπτοχριστιανοί. Ο Πόκοκ (Pococke) που επεσκέφθη την Κύπρο το 1738, περιγράφει τους Αρμένιους στη Λευκωσία ως ολιγάριθμους και πολύ φτωχούς, αν και έχουν - όπως γράφει - μια αρχαία εκκλησία, αρχιεπίσκοπο και μοναστήρι στην ύπαιθρο. Το μοναστήρι για το οποίο κάνει λόγο ο Πόκοκ, είναι το Αρμενομονάστηρο στη Χαλεύκα, βόρεια της Κυθρέας.

 

Βλέπε λήμμα: Αρμενομονάστηρο

 

Σύμφωνα προς τους υπολογισμούς του Ταλαάτ εφέντη, κυβερνήτη της Κύπρου κατά το 1841, ο συνολικός πληθυσμός του νησιού ανερχόταν στις 108.000 - 110.000, ως εξής:

Έλληνες                        75.000-76.000

Τούρκοι                        32.000-33.000

Μαρωνίτες                   1.200- 1.300

Ευρωπαίοι                    500

Αρμένιοι                       150-160

 

Ο Βρετανός πρόξενος Νίβεν Κερρ, στα 1844, δίνει τους ακόλουθους αριθμούς:

Έλληνες                       75.000

Τούρκοι                        25.000

Καθολικοί                    440

Μαρωνίτες                   490

Αρμένιοι                       200

 

Η απογραφή που έγινε από τους Άγγλους μετά την κατάληψη απ' αυτούς της Κύπρου, έδειξε ότι στα 1891 οι Αρμένιοι που ζούσαν στην Κύπρο ανέρχονταν σε 270, ενώ η πρώτη αγγλική απογραφή δέκα χρόνια πιο πριν, είχε δείξει μόνο 174 Αρμένιους. Το 1901 ο αριθμός τους ανερχόταν σε 517, ενώ το 1911 σε 558.

 

Ο αριθμός των Αρμενίων αυξήθηκε στην Κύπρο μετά τις τρομερές σφαγές τους και τη Γενοκτονία από τους Τούρκους και τη μαζική φυγή των διασωθέντων από την πατρίδα τους, στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου. Μεταξύ 1914 και 1922 ο αριθμός των Αρμενίων στην Κύπρο είχε ανέλθει στις 8.000 περίπου. Το 1924, με τη φιλάνθρωπη δωρεά των αδελφών Krikor και Garabed Melkonian, ιδρύθηκε στη Λευκωσία αρμενικό ορφανοτροφείο για περισυλλογή και περίθαλψη ορφανών παιδιών που μπόρεσαν να σωθούν από τους απάνθρωπους διωγμούς. Από το 1925 και ύστερα, αρκετοί από τους Αρμένιους πρόσφυγες που είχαν σωθεί στην Κύπρο, μετανάστευσαν ξανά στην τότε Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αρμενίας, όπου θα ήσαν πια ασφαλείς, καθώς και σε χώρες της Δύσης, αφού στην Κύπρο οι συνθήκες την εποχή αυτή δεν ήσαν καλές.

 

Βλέπε λήμμα: Μελκονιάν εκπαιδευτικό ινστιτούτο

 

ε. Οι Κύπριοι Αρμένιοι σήμερα: Το 1960, χρονιά ανακήρυξης της Κύπρου σε ανεξάρτητη δημοκρατία, ζούσαν μόνιμα στην Κύπρο 3.628 Αρμένιοι Κύπριοι. Σήμερα (2008) η αρμενική κοινότητα της Κύπρου αριθμεί περί τα 3.000 μέλη που αποτελούν μια καλά οργανωμένη και συμπαγή μειονότητα που διατηρεί την Αρμενική γλώσσα και ζει αρμονικά και με πλήρη πολιτικά και άλλα δικαιώματα, πλάι στους Ελληνοκύπριους, ενώ οι σχέσεις τους με τους Τουρκοκύπριους δεν είναι καλές και από το καλοκαίρι του 1974 (μετά την τουρκική εισβολή) είναι ανύπαρκτες. Οι Αρμένιοι που ζούσαν στην κατεχόμενη σήμερα Λευκωσία και σε περιοχές της βόρειας Κύπρου προσφυγοποιήθηκαν κι αυτοί μαζί με τους Ελληνοκύπριους, εξαιτίας των διακοινοτικών ταραχών και της τουρκικής εισβολής, αντίστοιχα.

 

Οι Αρμένιοι εκπροσωπούνται στην κυπριακή Βουλή με ένα εκπρόσωπό τους ο οποίος εκλέγεται όπως και οι λοιποί βουλευτές, με ψηφοφόρους μόνο τα μέλη της αρμενικής κοινότητας, δεν έχει όμως δικαίωμα ψήφου.

 

Αρμενικά σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης λειτουργούν στις πόλεις Λευκωσία, Λεμεσό και Λάρνακα, διοικούνται δε από αρμενική σχολική επιτροπή που διορίζεται από τον εκπρόσωπο των Αρμενίων στη Βουλή και υπόκειται στην έγκριση του υπουργείου Παιδείας. Στη Λευκωσία λειτουργούσε μέχρι το 2005 και μια μεικτή αρμενική σχολή μέσης εκπαίδευσης, η Σχολή Μελκονιάν. Το δυσαναπλήρωτο κενό υποκαθιστά, προσωρινά, το Γυμνάσιο Ναρέκ.

 

Οι Αρμένιοι, που είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, έχουν επίσης δικές τους εκκλησίες στη Λευκωσία, Αμμόχωστο, Λάρνακα και Λεμεσό. Οι εκκλησίες τους στη Λευκωσία και στην Αμμόχωστο, καθώς και το αρμενικό μοναστήρι του Σουρπ Μακάρ (Αγίου Μακαρίου), γνωστό ως Αρμενομονάστηρο, στη Χαλεύκα, παραμένουν υπό τουρκική κατοχή από το 1974. Στη Λευκωσία (περιοχή Ακρόπολης), δίπλα από το σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης των Αρμενίων, γνωστό σαν σχολείο Ναρέκ, έχει ανεγερθεί καινούργια αρμενική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία. Η εκκλησία στη Λάρνακα, κτισμένη το 1909 εις μνήμην της σφαγής στα Άδανα, είναι αφιερωμένη στο Σουρπ Στεπανός (Άγιο Στέφανο), ενώ η εκκλησία στη Λεμεσό κτίστηκε το 1939 και φέρει το όνομα Σουρπ Κεβόρκ (Άγιος Γεώργιος). Η αρμενική Εκκλησία της Κύπρου είναι οργανωμένη ως επισκοπική περιφέρεια και υπάγεται στον Καθόλικο του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας, που εδρεύει στο Αντηλιάς του Λιβάνου.

 

Στην Κύπρο σήμερα οι Αρμένιοι ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο, οι περισσότεροι δε απ' αυτούς είναι επιτυχημένοι επιχειρηματίες. Γνωστοί επίσης είναι στην Κύπρο οι Αρμένιοι που από πολλά χρόνια εργάζονται ως φωτογράφοι στη Λευκωσία, Λεμεσό και Λάρνακα, σε φωτογραφικά καταστήματα που είχαν ιδρύσει οι ίδιοι και οι γονείς τους και που είναι από τα αρχαιότερα στο νησί. Επίσης ένας μικρός αριθμός Αρμενίων απασχολείται στην κρατική και ημικρατική μηχανή, ενώ υπάρχουν και Αρμένιοι που εργάζονται ως εστιάτορες, παρασκευάζοντας παραδοσιακά αρμενικά φαγητά.

 

Τέλος, πρέπει ν' αναφερθεί ότι ένας αριθμός Αρμενίων, σημαντικός σε σχέση προς τον μικρό αριθμό της κοινότητάς τους στην Κύπρο, διέπρεψε και διαπρέπει σε διάφορους τομείς της τέχνης και ιδίως στην κλασική μουσική, στη φωτογραφία και στη ζωγραφική.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια