Κυπριανός αρχιεπίσκοπος

Ο Κυπριανός και το ΄21

Image

Αμφιλεγόμενη είναι η όλη στάση του αρχιεπισκόπου Κυπριανού έναντι της ελληνικής επανάστασης του 1821 που οδήγησε στην απελευθέρωση τμήματος της Ελλάδας και στη δημιουργία Ελληνικού κράτους. Και τούτο γιατί δεν γνωρίζουμε, από έλλειψη επαρκών στοιχείων, εάν είχε τεθεί θέμα εξάπλωσης της επανάστασης και στην Κύπρο και ποια ακριβώς ήταν η θέση του Κυπριανού ως προς το ζήτημα αυτό. Η φιλοπατρία του είναι δεδομένη (και μόνη η πράξη ιδρύσεως της Ελληνικής Σχολής στη Λευκωσία, αποτελεί επαρκή απόδειξη). Ότι είχε σχέσεις με την Φιλική Εταιρεία που προετοίμαζε την επανάσταση, κι ότι ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθεια, είναι επίσης γεγονός αποδεδειγμένο (βλέπε λήμμα ελληνική επανάσταση και Κύπρος, όπου παρατίθεται και επιστολή του Αλ. Υψηλάντη προς τον Κυπριανό). Το ζήτημα όμως που τίθεται, πέρα από την σχέση/ενίσχυση της Φιλικής Εταιρείας, είναι εάν η επανάσταση απέτυχε να εκραγεί και στην Κύπρο εξαιτίας της απροθυμίας του Κυπριανού και των λοιπών αρχόντων ν’ ακολουθήσουν το κίνημα και την μοίρα της υπόλοιπης Ελλάδας, εντάσσοντας και την Κύπρο στο μεγάλο αγώνα.

 

Ο Υψηλάντης, γράφοντας στον Κυπριανό στις 8.10.1820, τον πληροφορεί και για το ότι ἡ  ἔναρξις τοῦ Σχολείου ἐγγίζει. Στην κωδική αλληλογραφία Σχολεῖον ήταν η επανάσταση, συνεπώς ο Υψηλάντης σπεύδει να πληροφορήσει τον Κυπριανό στην Κύπρο ότι η έναρξή της πλησίαζε. Δυστυχώς δεν μας είναι γνωστά τα όσα είχαν διαμειφθεί προφορικά μεταξύ του Κυπριανού και των Φιλικών απεσταλμένων στην Κύπρο Δημητρίου Ιπάτρου και Αντωνίου Πελοπίδα.   Έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε εάν είχε ζητηθεί ευθέως από τον Κυπριανό να ξεσηκώσει και την Κύπρο σε επανάσταση, πράγμα που είναι πολύ πιθανό να του είχε ζητηθεί. Πάντως δεν φαίνεται να είχε τέτοια πρόθεση ο Κυπριανός, γιατί ουδεμία προεργασία έγινε προς την κατεύθυνση αυτή. Κι αυτός ο Βασίλης Μιχαηλίδης, στο επικό του ποίημα της 9ης Ιουλίου, βάζει στο στόμα του Κυπριανού, κατά τον διάλογό του με τον Κουτσιούκ Μεχμέτ, λόγια σαν κι αυτά:

 

-Ἔν τζ' ἦρταν, Μουσελλίμ-ἀγᾶ, πάνω στον τόπον ἄλλοι

τζ' ἐφέραν ἃρματα κρυφά τζ΄ ἔννα μᾶς καταγνώσης.

Ἐδώκαμέν σου τ’ ἃρματα οὖλοι, μιτσ'οί τζ'αί μιάλοι

εὐτύς ὃτι τζ' ἐγύρεψες νά μᾶς ἰξαρματώσεις...

 

Η προθυμία παράδοσης των αρμάτων που κατείχαν οι Ραγιάδες στις τουρκικές αρχές, με προτροπή του Κυπριανού, τονίζεται εδώ από τον ποιητή. Επίσης, εκείνη η τραγική κατάφαση που βάζει ο ποιητής στα χείλη του Κυπριανού:

 

- Σφάξε μας οὓλους τζ' ἄς γενῆ τό γαῖμαν μας αὐλάτζ'ιν... δεν είναι τόσο τιμητική ούτε για τον ίδιο ούτε και για τον Ελληνισμό της Κύπρου, αν και εδώ τονίζεται η αδυναμία των Κυπρίων να πράξουν κάτι το διαφορετικό, οπότε αποδέχονται καρτερικά — αλλά τουλάχιστον με περηφάνια — την μοίρα τους, επαναλαμβάνοντας το γνωστό σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω.

 

Κάποιες κινήσεις που σημειώθηκαν τότε στην Κύπρο και θεωρήθηκαν από τους Τούρκους ως πολεμικές προπαρασκευές προς επανάσταση (φυλλάδια, φορτίο από μπαρούτι κλπ.) δεν οφείλονταν στον Κυπριανό και στους περί αυτόν προύχοντες αλλά σε άλλους και ιδίως στον αρχιμανδρίτη Θεοφύλακτο Θησέα*.

 

Δυο από τις σωζόμενες εγκυκλίους του Κυπριανού σχετίζονται με το όλο θέμα. Η πρώτη, που βρίσκεται στο Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών, ήταν ημερομηνίας 22 Απριλίου 1821 και καλούσε τους Χριστιανούς να παραδώσουν τα όπλα που ενδεχομένως κατείχαν:

 

...Εὐλαβέστατοι ἱερεῖς καί λοιποί πάντες εὐλογημένοι Χριστιανοί τῆς εὐαγοῦς πόλεως Λευκωσίας, πατρικῶς εὐχόμενοι εὐλογοῦμεν πάντας ὑμᾶς. Εἴμεθα βέβαιοι ὃτι ἡ χθεσινή πρᾶξις, ἤτοι ἡ ζήτησις τῶν ὃπλων, σᾶς ἐθορύβησεν οὐκ ὀλίγον, τό ὁποῖον καί ἡμεῖς ἐξεύροντες ὃτι ἔχει νά σᾶς θορυβήσῃ, ἐπασχήσαμεν πᾶσι τρόποις νά τό ἐμποδίσωμεν. Πλήν, μέ τό νά ἦτον αὐτό τό πρᾶγμα δι’ ὑψηλοῦ προσκυνητοῦ βασιλικοῦ  ὁρισμοῦ, ἡ  ἐξουσία ἠθέλησε νά τό κυρώσῃ... Ἄν μερικοί ὁποῦ  ἔχουν ὃπλα καί δέν τά ἔδωσαν, ἄς τά φέρουν εἰς ἡμᾶς νά τά δώσωμεν ἡμεῖς, καί ἐν καιρῷ τῷ προσήκοντι θέλομεν ἐνεργήσει νά τοῖς ἐπιστραφῶσιν ὀπίσω. Οὓτω ποιήσατε ὡς γράφομεν ὑμῖν ἐντελλόμενοι πατρικῶς... 1821 Ἀπριλίου 22. Ὁ Κύπρου καί εὐχέτης ἡμῶν...

 

Η δεύτερη εγκύκλιος του Κυπριανού, που βρίσκεται καταχωρημένη στον Κώδικα Α΄ της Αρχιεπισκοπής, κυκλοφόρησε στις 16 Μαϊου1821 και μ’ αυτήν ο αρχιεπίσκοπος καλούσε το ποίμνιό του να παραμείνει αδρανές και να συμπεριφέρεται ραγιάτικα (=δουλικά), ακόμη και στον τρόπο ντυσίματος (δεδομένου ότι πολύχρωμα φορέματα χρησιμοποιούσαν μόνο οι αφέντες):

 

...προσέχετε διά τόν Θεόν τέκνα, νά μή ὑποπέσητε εἰς τό παραμικρόν ἐλάττωμα, μήτε μέ λόγον μήτε μέ ἔργον, διότι ὃποιος εἰς τοιούτους καιρούς εἶναι ἀπρόσεκτος, εἰς τούς λόγους του ἤ εἰς τά ἔργα του, παιδεύεται μέ κεφαλικήν τιμωρίαν˙ ὃσοι δέ, φυλάξουν τήν ὀφειλομένην εὐπείθειαν, οἱ τοιοῦτοι, κοντά ὁποῦ δέν θέλουν δοκιμάσει τό παραμικρόν, θέλουν ἀπολαύσει καί περισσοτέραν εὔνοιαν, καί διαφένδευσιν. Προσέτι, τέκνα, τά φορέματά σας νά εἶναι σεμνά καί ραγιάτικα, τά σαρίκια σας, τά ζωνάρια σας, τά γεμενιά σας μαῦρα˙ διότι τοιαύτη εἶναι ἡ προσταγή τοῦ  ἀγᾶ  ἐφένδη μας, καί ὃποιος εὑρεθῇ μέ ἐξωτερικόν φόρεμα θέλει παιδευθῆ σκληρῶς. Οὓτω ποιήσατε ἐξ ἀποφάσεως ταῦτα. Ὁ Κύπρου Κυπριανός ἐν Χῷ εὐχέτης σας 1821 μαΐου 16.

 

Η δεύτερη αυτή βιαστική εγκύκλιος φανερώνει την ψυχική ταραχή στην οποία βρισκόταν ο συγγραφέας της κατά τις δύσκολες και τραγικές εκείνες στιγμές, κατά τις οποίες προσπαθούσε ν’ αποφύγει και την παραμικρή πρόκληση προς την τρομερή απειλή που κρεμόταν πάνω από το δικό του και πολλά άλλα κεφάλια.

 

Η όλη στάση του Κυπριανού έναντι της ελληνικής επανάστασης προδίδει ότι το αίσθημα του ραγιαδισμού ήταν ισχυρό μεταξύ των Κυπρίων ηγετών τότε, αντίθετα προς τον λαό που φαίνεται ότι ήταν πρόθυμος να ακολουθήσει την επανάσταση και να θυσιαστεί (κάποια κίνηση έγινε, μάλιστα, στην Πάφο).

 

Δεν μπορούμε, όμως, να κρίνουμε τελεσίδικα τον Κυπριανό χωρίς να έχουμε υπ’ όψιν τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούσαν τότε στο νησί. Μερικοί διατύπωσαν την κατ' αυτού κατηγορία ότι αρνήθηκε να ακολουθήσει την επανάσταση, υπηρετώντας τα συμφέροντα των αρχόντων και των προκρίτων του τόπου ενάντια στα συμφέροντα του λαού, προσπαθώντας ταυτόχρονα να σώσει και το κεφάλι του.   Όμως είναι πολύ πιθανότερο, το ότι, σταθμίζοντας όλους τους παράγοντες σαν υπεύθυνος ηγέτης σε μια κρίσιμη περίοδο, έκρινε ότι χωρίς επαρκή οπλισμό, χωρίς ικανές κι εκπαιδευμένες δυνάμεις, χωρίς αναμενόμενη βοήθεια απ’ οπουδήποτε και με την Μικρά Ασία τόσο κοντά (απ' όπου πολύ εύκολα και σύντομα μπορούσαν ν’ αποστέλλονται στρατεύματα στο νησί), θα σήμαινε τρομερή καταστροφή και εκτεταμένες σφαγές η οποιαδήποτε βεβιασμένη ενέργεια, πολύ περισσότερο δε  επέκταση της επανάστασης και στην Κύπρο. Έτσι, το μόνο που του απέμενε ήταν να προσπαθήσει, με κάθε δυνατό τρόπο, να αποφύγει την τραγωδία.

 

Το γεγονός ότι αρνήθηκε να ακούσει κάποιες συμβουλές για να προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό του, καταφεύγοντας στα «κουσουλάτα» (=προξενεία) της Λάρνακας κι απ' εκεί διαφεύγοντας στο εξωτερικό, του προσδίδει υπευθυνότητα ηγέτη που αγγίζει το μεγαλείο. Η υπερήφανη στάση που τήρησε έναντι του Τούρκου αιμοδιψούς κυβερνήτη της Κύπρου Κουτσιούκ Μεχμέτ, ήταν συγκλονιστική. Χρειαζόταν ψυχικό σθένος και ακατάβλητο θάρρος ν' αντιμετωπίσει τον βέβαιο θάνατο, που δεν τον απέφυγε αφού πρώτος βάδισε στην αγχόνη στις 9 Ιουλίου του 1821.

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image