Ασπρογιά

Image

Τοποθεσία όπου το έδαφος είναι ασπριδερό εξαιτίας του χρώματος που έχει το χώμα. Λέγεται και ασπρογή ή και ασπροή. Η λ. είναι σύνθετη, από το άσπρος και γη. Πρβλ. και το λαϊκό δίστιχο:

 

Τ’ αμμάδκια σου στές ασπρογιές εκάτσαν τζ' επουλούσαν,

ότι τζ'εξηπουλήσασιν έκατσαν τζ' εθωρούσαν.