Κλασική Εποχή

Η Κοινωνία της Κύπρου κατά την Κλασική Εποχή

Image

Τα κυπριακά βασίλεια, κατά την Κυπροκλασική Εποχή, διατηρούσαν την ίδια κοινωνική δομή όπως παλαιότερα και οι μυκηναϊκές πόλεις - κράτη. Στην κορυφή της πυραμίδας των κοινωνικών τάξεων βρίσκεται ο άναξ (βασιλεύς), ανώτατος άρχοντας, που συγκέντρωνε όλες τις εξουσίες (διοικητικές, πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές, θρησκευτικές ), έχοντας ως πρότυπο και τους απόλυτους μονάρχες της Ανατολής. Περιστοιχιζόταν από τη βασιλική οικογένεια, που αποτελείτο από τους αδελφούς και τους γιους του (άνακτες) και τις γυναίκες και θυγατέρες του (άνασσαι), που θα αποτελούσαν ένα είδος συμβουλίου, με τη στενή έννοια του όρου.

 

Ακολουθούσε η τάξη των ευγενών, των αριστοκρατικών οικογενειών, από τους οποίους ο βασιλεύς επέλεγε τους συνεργάτες του. Από αυτή την τάξη προέρχονταν οι γεργίνοι ( βασιλικοί κατάσκοποι ) και οι προμάλαγγες ( οι ελεγκτές των πληροφοριών που έδιναν οι γεργίνοι ).  Ακολουθούσε ο λαός, που διέμενε στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Σε μερικές πόλεις είναι πιθανόν η εξουσία του βασιλιά να περιοριζόταν κάπως από το δήμο, όπως  επιβεβαιώνεται από τα νομίσματα μερικών πόλεων στα οποία αναφέρεται το εθνικό όνομα της πόλης. Το κείμενο της χάλκινης πινακίδας του Ιδαλίου μαρτυρεί κάποιες δημοκρατικές αντιλήψεις. Από τα έργα του Ισοκράτη Προς  Νικοκλέα και Νικοκλής συμπεραίνεται ότι γίνονταν συνελεύσεις του λαού.

 

Στην τελευταία κοινωνική βαθμίδα ανήκαν οι δούλοι, θεσμός που υπήρχε τόσο στις ελληνικές πόλεις όσο και στην Ανατολή. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τον αριθμό των δούλων, την προέλευσή τους, το είδος της εργασίας τους, τυχόν δικαιώματά τους κτλ.

 

 

Άνακτες 

Άναξ ονομαζόταν ο βασιλεύς των κυπριακών βασιλείων, κατά τα μυκηναϊκά πρότυπα και άνακτες οι γιοι και οι αδελφοί του βασιλιά. Ήταν ο ανώτατος άρχοντας της πόλης - κράτους, και συγκέντρωνε όλες τις εξουσίες (διοικητικές, πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές, θρησκευτικές), έχοντας ως πρότυπο και τους απόλυτους μονάρχες της Ανατολής. Οι εξουσίες του ήταν απεριόριστες. Στη διοίκηση του κράτους του στηριζόταν στο βασιλικό συμβούλιο και στην τάξη των ευγενών (σε αυτούς ανήκε η τάξη των γεργίνων και των προμαλάγγων). Οι βασιλείς περνούσαν ζωή γεμάτη από χλιδή και απολαύσεις, όπως διαπιστώνεται από διάφορα ανέκδοτα που διέσωσαν αρχαίοι συγγραφείς.  Στην Πάφο, όπως αναφέρει ο Αθήναιος, οι βασιλείς και οι αριστοκράτες ζούσαν μέσα στην πολυτέλεια, τη μαλθακότητα και την ασωτία. Η σπατάλη τροφίμων, αρωματικών ελαίων και προϊόντων πολυτελείας που εισάγονταν από τα εξωτερικό, έγινε αντικείμενο ακόμη και της κωμωδίας.

 

Ξακουστές ήταν οι αντιδικίες του βασιλιά της Σιδώνας Στράτωνα και του Νικοκλή της Σαλαμίνας για το ποιος θα ξεπερνούσε τον άλλο στην πολυτέλεια και την ασωτία. Κατά καιρούς οι Κύπριοι βασιλείς προσκαλούσαν στα συμπόσιά τους Έλληνες καλλιτέχνες και φιλοσόφους. Πολλές φορές τα συμπόσια αυτά τελείωναν με μια σειρά από παρεξηγήσεις.

 

Αριστοκρατία

Η τάξη των ευγενών αποτελούσε την αριστοκρατία των πόλεων - κρατών. Ο άναξ (βασιλεύς) στηριζόταν στις αριστοκρατικές οικογένειες, οι οποίες σε ανταπόδοση απολάμβαναν κάθε είδους προνόμια. Από το περιβάλλον τους εξέλεγε τους συνεργάτες του ο βασιλεύς. Από αυτή την τάξη προέρχονταν οι γεργίνοι (βασιλικοί κατάσκοποι) και οι προμάλαγγες (οι ελεγκτές των πληροφοριών που έδιναν οι γεργίνοι). Μια συλλαβική επιγραφή από την Πάφο αναφέρει ότι η αριστοκρατία της πόλης έδινε όρκο πίστης στο βασιλιά και τους δικούς του και ενάντια στους εχθρούς του. Μέλη της τάξης των ευγενών θα ελάμβαναν μέρος στα συμπόσια που διοργάνωναν οι βασιλείς κατά καιρούς στα ανάκτορά τους.

 

Άρρενα μέλη αριστοκρατικών οικογενειών υπηρετούσαν στις ανώτερες βαθμίδες του στρατού.

 

Γραφείς

Το βασιλικό πολίτευμα κατά την Κυπροκλασική Εποχή ήταν ιδιαίτερα συγκεντρωτικό και γραφειοκρατικό. Γι' αυτό για την καλύτερη διοίκηση των πόλεων - κρατών εργαζόταν μια ομάδα γραφέων, που διεκπεραίωνε μια σειρά από διοικητικές και άλλες πράξεις. Αποτελούσαν μια ξεχωριστή ομάδα ανθρώπων, που γνώριζε γραφή, γι΄ αυτό τους συνόδευε μια ιδιαίτερη αίγλη και σεβασμός μεταξύ των συμπολιτών τους.

 

Προμάλαγγες- Γεργίνοι 

Ένα απόσπασμα του Κλέαρχου από τους Σόλους αναφέρεται σε μια τάξη κολάκων αριστοκρατικής καταγωγής, που ήταν αναπόσπαστο τμήμα της βασιλικής αυλής, και είχε ρόλο να αστυνομεύει το λαό. Όλοι οι μονάρχες, αναφέρει η πηγή, έχουν αποδεχθεί ως χρήσιμη την τάξη την τάξη των ευγενών κολάκων, γιατί η απόκτησή τους είναι μέσα στο πνεύμα της απολυταρχίας. Και αυτών ούτε τον αριθμό ούτε τα πρόσωπα γνωρίζει κανείς, εκτός των πιο διασήμων.  Στη Σαλαμίνα υπήρχαν δύο κατηγορίες, οι γεργίνοι και οι προμάλαγγες. Οι γεργίνοι αναμειγνύονταν με το πλήθος ή σύχναζαν στα εργαστήρια και τις αγορές και ύστερα ανέφεραν ό, τι είχαν ακούσει στους άνακτες της πόλης τους. Ήταν δηλαδή ωτακουστές κατάσκοποι. Οι προμάλαγγες έλεγχαν τις πληροφορίες που έπαιρναν, ασκώντας ρόλο ανακριτή. Τα βασίλεια ενδιαφέρονταν για την ασφάλειά τους και ο βασιλιάς για τη διατήρηση της εξουσίας, γι' αυτό ευνοούσαν την τάξη των ευγενών κολάκων. Τόσο οι γεργίνοι όσο και οι προμάλαγγες νιώθουν υπερβολική περηφάνια για το επάγγελμά τους, διότι τους προσφέρει πολλές βασιλικές τιμές. Αυτό το απόσπασμα του Κλέαρχου δίνεται  μια εικόνα της δημόσιας ζωής των βασιλείων. Ο φόβος και η υποψία είχαν γίνει πια θεσμός.

 

Τόσο οι γεργίνοι όσο και οι προμάλαγγες νιώθουν υπερβολική περηφάνια για το επάγγελμά τους, διότι τους προσφέρει πολλές βασιλικές τιμές.

 

Ο Λαός 

Ο λαός κατοικούσε τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο. Ασχολείτο με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το ψάρεμα (στις παράλιες περιοχές) και την κατασκευή διαφόρων αντικειμένων, κυρίως καθημερινής χρήσης. Δεν υπάρχουν ικανοποιητικά στοιχεία για τον τρόπο ζωής και τις ιδιαίτερες ασχολίες των ανθρώπων αυτής της εποχής. Πρέπει οι Κύπριοι να είχαν έντονο το θρησκευτικό αίσθημα και την ικανότητα να αφομοιώνουν δημιουργικά τις επιδράσεις που δεχόταν από άλλους πολιτισμούς. Ως λαός χαρακτηριζόταν παράλληλα και από συντηρητικότητα και πίστη στις παραδόσεις του. Φαίνεται πως ο λαός πλήρωνε κάποιου είδους φορολογία στο βασιλιά, είτε για τη γη που καλλιεργούσε είτε για τα προϊόντα που παρήγαγε, αλλά οι πληροφορίες μας είναι ασαφείς και ελλιπείς.

 

Δούλοι

Στην τελευταία κοινωνική βαθμίδα ανήκαν οι δούλοι, θεσμός που υπήρχε τόσο στις ελληνικές πόλεις όσο και στην Ανατολή. Κάποιες νύξεις σε μερικές φιλολογικές πηγές αναφέρουν ότι δούλοι από το εξωτερικό βρίσκονταν στην υπηρεσία της βασιλικής αυλής και ζούσαν πλουσιοπάροχα. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τον αριθμό των δούλων, την προέλευσή τους, το είδος της εργασίας τους, τυχόν δικαιώματά τους κτλ. κατά την Κυπροκλασική Εποχή.

 

Μαρτυρίες για τη βασιλεία 

Οι φιλολογικές και επιγραφικές πηγές σχετικά με το θεσμό της βασιλείας κατά την Κυπροκλασική Εποχή είναι πολύ αποσπασματικές και άνισα κατανεμημένες μέσα στο χώρο και το χρόνο. Τον 4ο αι. π.Χ. είχαν γραφτεί δύο έργα με ειδικό θέμα τη βασιλεία στην Κύπρο, όμως ελάχιστα αποσπάσματά τους έχουν σωθεί: η «Πολιτεία Κυπρίων» του Αριστοτέλη και η «Βασιλεία Κυπρίων» του Θεόφραστου. Οι τρεις «κυπριακοί λόγοι» του Ισοκράτη, με τον έντονο εγκωμιαστικό τους χαρακτήρα, μας δίνουν κάποιες πληροφορίες, όχι όμως όσες θα θέλαμε. Δυστυχώς και η αρχαιολογική έρευνα δεν έφερε στο φως ακόμη κανένα βασιλικό ανάκτορο, με μόνη εξαίρεση το ανάκτορο - φρούριο στο Βουνί.

 

Ενώ παλαιότερα η Κύπρος αποτελούσε ενιαίο κράτος, το βασίλειο της Αλάσιας παύει να υπάρχει γύρω στον 12ο αι. π.Χ., όταν η Κύπρος δέχτηκε την εισβολή των «Λαών της θάλασσας», και ο ελληνικός αποικισμός του νησιού βρισκόταν προς το τέλος του. Κάθε πόλη που κτιζόταν από τους Έλληνες αποτελούσε και ένα βασίλειο.

 

Το πολίτευμα των κυπριακών πόλεων κατά την Κυπροκλασική Εποχή ήταν η βασιλεία, όπως εγκαθιδρύθηκε από τους Μυκηναίους. Ο βασιλιάς (άναξ) ήταν ο απόλυτος μονάρχης (επίδραση από τις ανατολικές μοναρχίες), η προσωποποίηση του κράτους και είχε απεριόριστες εξουσίες. Ήταν αρχηγός του στρατού (συμμετείχε στις εκστρατείες), υπεύθυνος για τις θρησκευτικές τελετές (στο βασίλειο της Πάφου ήταν ο μεγάλος ιερέας της Αφροδίτης), απένειμε δικαιοσύνη, διαχειριζόταν την οικονομία του κράτους και ασκούσε την εξωτερική πολιτική (σχέσεις του Σαλαμίνιου Ευαγόρα Α΄ με την Αθήνα και τον Άκορι της Αιγύπτου). Ο ίδιος ο βασιλιάς επέτρεπε την εγκατάσταση ξένων στο έδαφος του βασιλείου του και τους παραχωρούσε γη για εκμετάλλευση με βάση το σύστημα των δωρεών. Το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου που βρισκόταν εντός των συνόρων του βασιλείου του ήταν δική του περιουσία (γαίες, μεταλλεία, δασικός πλούτος κτλ.).

 

Οι γιοι και οι αδελφοί του βασιλιά ονομάζονταν επίσης άνακτες (βασιλείς) και οι γυναίκες και θυγατέρες τους άνασσαι (βασίλισσες). Φαίνεται πως όλοι αυτοί αποτελούσαν ένα είδος συμβουλίου, όπως πληροφορούμαστε από αποσπάσματα του χαμένου έργου «Κυπρίων Πολιτεία» του Αριστοτέλη. Η βασιλεία ήταν κληρονομική, όπως συμπεραίνουμε από τις πόλεις Σαλαμίνα, Σόλους και Πάφο. Η βασιλική οικογένεια, πολύ πιθανόν να έπαιζε ενεργό ρόλο στις πολιτικές υποθέσεις ορισμένων βασιλείων, όπως για παράδειγμα στη Σαλαμίνα.

 

Δεν γνωρίζουμε την έκταση του κάθε βασιλείου (τα σύνορά τους θα αυξομειώνονταν ανάλογα με τις εποχές και τις ιστορικές συνθήκες),  σε τι διέφερε η πόλη - έδρα του από τις μικρότερες πόλεις και τα χωριά που περιλαμβάνονταν στα σύνορά του, ποια ήταν η σχέση αστικού κέντρου και υπαίθρου, πώς ακριβώς ασκείτο η κεντρική εξουσία, ποια ήταν η γραφειοκρατική οργάνωση του κάθε βασιλείου.

 

Η Κύπρος απολάμβανε ένα είδος πολιτικής ανεξαρτησίας, επειδή πλήρωνε φόρο υποτελείας στους Πέρσες.

 

Το κάθε βασίλειο ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την ασφάλειά του. Υπήρχαν οι «κόλακες», ειδικές ομάδες ανθρώπων που ασκούσαν αστυνομικά καθήκοντα: οι γεργίνοι, που αναμειγνυόμενοι με το λαό μετέφεραν στα μέλη όπως βασιλικής οικογένειας ό, τι άκουαν και οι προμάλαγγες, που έλεγχαν όπως πληροφορίες.

 

Σε μερικές πόλεις είναι πιθανόν η εξουσία του βασιλιά να περιοριζόταν κάπως από το δήμο, όπως  επιβεβαιώνεται από τα νομίσματα μερικών πόλεων στα οποία αναφέρεται το εθνικό όνομα της πόλης. Το κείμενο της χάλκινης πινακίδας του Ιδαλίου μαρτυρεί κάποιες δημοκρατικές αντιλήψεις. Από τα έργα του Ισοκράτη Προς Νικοκλέα και Νικοκλής συμπεραίνεται ότι γίνονταν συνελεύσεις του λαού.

 

Το βασιλικό συμβούλιο

Το πολίτευμα των κυπριακών πόλεων κατά την Κυπροκλασική εποχή ήταν η βασιλεία, όπως εγκαθιδρύθηκε από τους Μυκηναίους. Ο βασιλιάς (άναξ) ήταν η προσωποποίηση του κράτους και είχε απεριόριστες εξουσίες. Ήταν αρχηγός του στρατού, υπεύθυνος για τις θρησκευτικές τελετές, απένειμε δικαιοσύνη, διαχειριζόταν την οικονομία του κράτους και ασκούσε την εξωτερική πολιτική. Οι γιοι και οι αδελφοί του βασιλιά ονομάζονταν άνακτες (βασιλείς) και οι γυναίκες και θυγατέρες άνασσαι (βασίλισσες). Φαίνεται πως όλοι αυτοί αποτελούσαν ένα είδος συμβουλίου, όπως πληροφορούμαστε από αποσπάσματα του χαμένου έργου «Κυπρίων Πολιτεία» του Αριστοτέλη. Η βασιλική οικογένεια, πολύ πιθανόν να έπαιζε ενεργό ρόλο στις πολιτικές υποθέσεις ορισμένων βασιλείων και να αποτελούσαν ένα είδος συμβουλίου, με τη στενή έννοια του όρου, όπως για παράδειγμα στη Σαλαμίνα.

 

Τις ίδιες ονομασίες (άνακτες, άνασσαι) συναντούμε στο βασίλειο των Σόλων και ανάμεσα στους Φοίνικες. Ο βασιλεύς στηριζόταν και στους ευγενείς, δηλαδή σε αριστοκρατικές οικογένειες, οι οποίες σε ανταπόδοση απολάμβαναν κάθε είδους προνόμια. Από αυτούς ο βασιλεύς εξέλεγε τους συνεργάτες του, δεν γνωρίζουμε όμως σε ποιο βαθμό στηριζόταν σ΄ αυτούς και πόσο πολύ ελάμβανε υπόψη τη γνώμη τους στη λήψη αποφάσεων. Μια συλλαβική επιγραφή του 5ου-4ου αι. π.Χ. που βρέθηκε στην Πάφο αναφέρει ότι οι ευγενείς της πόλης έδιναν όρκο πίστης στο βασιλιά και τους δικούς του και ενάντια στους εχθρούς του.

 

Συμμετοχή των Πολιτών 

Σε μερικά βασίλεια της Κύπρου, όπως για παράδειγμα στο βασίλειο του Ιδαλίου, οι βασιλικές εξουσίες ήταν κάπως μειωμένες, σε σύγκριση με τα άλλα κυπριακά βασίλεια . Όπως συμπεραίνουμε από την «πινακίδα του Ιδαλίου», οι πολίτες του Ιδαλίου είχαν ένα μέρος των ευθυνών στα δημόσια πράγματα της πόλης τους. Κάποια δημοκρατικά στοιχεία είχαν εισχωρήσει στο πολίτευμα της πόλης τους, υπό την επίδραση του αθηναϊκού πολιτεύματος. Πρόσθετη μαρτυρία για το ρόλο των πολιτών στη διοίκηση της πόλης τους αποτελεί και η αναγραφή της λέξης «Ιδαλέων» σε κάποια νομίσματα της πόλης. Οι μέχρι τώρα διαθέσιμες πηγές δεν μπορούν να φωτίσουν περισσότερο το ρόλο των πολιτών και τις σχέσεις τους με το βασιλιά τους.

 

Εκπαίδευση 

Κατά την Κυπροκλασική Εποχή θα πρέπει να υπήρχαν κάποιες σχολές  στις πόλεις που θα δίδασκαν ανάγνωση, γραφή, ποίηση, ρητορική, ίσως και άλλα μαθήματα. Ένα επιτύμβιο επίγραμμα αναφέρεται σε κάποιο Κιλικάν που ασκούσε το επάγγελμα του δασκάλου των ομηρικών επών. Μια άλλη επιτύμβια επιγραφή αναφέρεται σε κάποιον Ονασαγόραν, γραμματοδιδάσκαλο.

 

Μεγάλοι δάσκαλοι από την Αθήνα, όπως ο Ισοκράτης, ο ρήτορας Ανδοκίδης, ο σοφιστής Πολυκράτης και πολλοί άλλοι, προσκλήθηκαν στην αυλή του βασιλιά της Σαλαμίνας Ευαγόρα Α΄ για να διδάξουν φιλοσοφία, ρητορική και μουσική, μεταφέροντας στην πόλη, και κατ΄ επέκταση σε όλο το νησί, τον ελληνικό πολιτισμό.

 

Δάσκαλοι από την Αθήνα

Οι αριστοκρατικές οικογένειες της Κύπρου και κυρίως η βασιλική οικογένεια της Σαλαμίνας είχαν άμεση και συνεχή επαφή με τη διανόηση στην Αθήνα. Πολλοί δάσκαλοι και φιλόσοφοι επισκέπτονταν αυτή την περίοδο για να διδάξουν στα παιδιά της βασιλικής οικογένειας. Οι γνωστότεροι ήταν ο αρχαίος ρήτορας Ισοκράτης, ο Ανδοκίδης και ο Πολυκράτης.

 

 

Πηγές:

  1. Β. Καραγιώργη, Αρχαία Τέχνη της Κύπρου στη Συλλογή Γεωργίου και Νεφέλης Τζιάπρα Πιερίδη, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, Αθήνα 2002
  2. Καραγιώργη, Β., Έλληνες θεοί και Ήρωες στην Αρχαία Κύπρο, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1998
  3. Caubet, A., Hermary, A., Karageorghis, V., Art Antique de Chypre au  Musée du Louvre du Chalcolithique à l΄ époque  Romaine, Αthènes 1992
  4. Cyprus heritage, The art of ancient Cyprus as exhibited at the Cyprus Museum, 1996
  5. Κυπριακό Μουσείο και αρχαιολογικοί χώροι της Κύπρου, Τα Ελληνικά Μουσεία, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.
  6. Κυπριακή Νομισματοκοπία, Από τον Ευέλθοντα στο Μαρκαντώνιο Βραγαδίνο, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, Λευκωσία 1991

Φώτο Γκάλερι

Image