Ξέρξης

Image

Βασιλιάς των Περσών από το 486 μέχρι τον θάνατό του το 465 π.Χ. Γεννήθηκε το 519 π.Χ. και ήταν γιος του βασιλιά Δαρείου και της Άτοσσας, θυγατέρας του Κύρου. Από τον πατέρα του Δαρείο κληρονόμησε την υποχρέωση να τιμωρήσει τους Έλληνες ύστερα από την ανάμειξή τους στην ιωνική επανάσταση, γι’ αυτό και λίγα μόνο χρόνια μετά την άνοδό του στον θρόνο, πραγματοποίησε τη μεγάλη του εκστρατεία κατά της Ελλάδος (480 π.Χ.). Πέρασε με τεράστιο στρατό (αναφέρεται ο υπερβολικός αριθμός του 1.000.000 ανδρών) από τον Ελλήσποντο και προχώρησε νότια, ακολουθούμενος, υποστηριζόμενος κι εφοδιαζόμενος κι από ισχυρότατο στόλο. Αντιμετωπίστηκε στις Θερμοπύλες από ολιγάριθμους  Έλληνες με αρχηγό τον Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα, ηττήθηκε κατά κράτος στη γνωστότατη ναυμαχία της Σαλαμίνος, ο δε στρατός του τον επόμενο χρόνο ηττήθηκε από τους Έλληνες στη γνωστή μάχη των Πλαταιών. Ντροπιασμένος επέστρεψε στην πατρίδα του χωρίς να επιχειρήσει άλλη πολεμική αναμέτρηση με τους Έλληνες. Τελικά δολοφονήθηκε από τον σωματοφύλακά του Αρτάβανο και διάδοχός του υπήρξε ο Αρταξέρξης Α'.

 

Κατά την περίοδο της βασιλείας του Ξέρξη, η Κύπρος εξακολουθούσε να ευρίσκεται υπό την κυριαρχία των Περσών. Μετά μάλιστα την αποτυχία της υπό τον Ονήσιλο επαναστάσεως του 499/8 π.Χ. (σε συνεργασία προς τους επαναστατημένους επίσης τότε  Ίωνες), σ' όλες τις πόλεις-βασίλεια της Κύπρου την εξουσία κατείχαν περσόφιλοι μονάρχες. Ο Ξέρξης χρησιμοποίησε και πολλές κυπριακές στρατιωτικές δυνάμεις — βασικά ναυτικό — για την εκστρατεία του κατά της Ελλάδος.  Όπως γράφει ο Διόδωρος Σικελιώτης (11.2,1), ο Ξέρξης ναυπήγησε καράβια σ' όλες τις παραθαλάσσιες χώρες που βρίσκονταν υποταγμένες σ' αυτόν, όπως η Αίγυπτος, η Φοινίκη, η Κύπρος, η Κιλικία, η Παμφυλία κ.α. Ο ίδιος συγγραφέας (11.3,7) αναφέρει ότι τελικά από την Κύπρο ο Ξέρξης πήρε 150 καράβια (και 200 από την Αίγυπτο, 300 από την Φοινίκη ενώ από αρκετά άλλα μέρη αναφέρονται μικρότεροι αριθμοί σκαφών).

 

   Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, μεταξύ των Κυπρίων που είχαν εκστρατεύσει μαζί με τον Ξέρξη κατά των Ελλήνων, ήσαν και ο βασιλιάς της Σαλαμίνος Γόργος* καθώς και ο Τιμώναξ* ο γιος του Τιμαγόρα. Επίσης ο στρατηγός Πενθύλος* από την Πάφο όπως κι ο Φιλάων* (αδελφός του Γόργου) που και οι δυο συνελήφθησαν αιχμάλωτοι από τους   Έλληνες στη ναυμαχία παρά το Αρτεμίσιον της Εύβοιας (480 π.Χ., παραμονές της ναυμαχίας της Σαλαμίνος).

 

Στη μεγάλη και καθοριστική ναυμαχία της Σαλαμίνος, μεταξύ του ελληνικού και του περσικού στόλου, πρώτα τα πλοία των Φοινίκων και των Κυπρίων ήταν εκείνα που ηττήθηκαν από τα ελληνικά κι ετράπησαν σε φυγή, όπως γράφει ο Διόδωρος Σικελιώτης. Οι Αθηναίοι καταδίωξαν τα πλοία αυτά μέχρι τα παράλια της Αττικής. Τα άλλα καράβια (των Κιλίκων, Παμφύλων, Λυκίων κ.α.) όταν είδαν τα ισχυρότερα — τα φοινικικά και τα κυπριακά — να τρέπονται σε φυγή, εγκατέλειψαν και αυτά τον αγώνα (Διόδωρος Σικελιώτης, 11.19,1-2).

 

Ο Ξέρξης παρακολουθούσε την έκβαση της ναυμαχίας από την ξηρά. Όταν δε η σύμμαχός του Αρτεμισία είδε τους Κυπρίους, τους Αιγυπτίους, τους Κίλικες και άλλους να ηττώνται από τους   Έλληνες και να τρέπονται σε φυγή, τους χαρακτήρισε κακούς δούλους παρά συμμάχους, όπως γράφει ο Ηρόδοτος (κακοί δοῦλοι εἰσί, οἱ  ἐν συμμάχων λόγῳ λέγονται εἶναι...). Επίσης, κατά τον Ηρόδοτο, οι Κύπριοι και οι άλλοι χαρακτηρίστηκαν ως δειλοί και από τον στρατηγό του Ξέρξη Μαρδόνιο, που προσπαθούσε με τον ίδιο τρόπο να παρηγορήσει τον βασιλιά των Περσών.

 

Δεν γνωρίζουμε ποιες ήσαν οι έμμεσες επιπτώσεις επί της Κύπρου μετά τη μεγάλη αυτή ήττα του Ξέρξη, αφού οι Κύπριοι θεωρήθηκαν ότι είχαν μέρος της ευθύνης.